ΡεπορτάζΑρχείο

Σαγηνεύουν τα γεράκια της Ακροναυπλίας (Pics)

Η καραντίνα λόγω του νέου κορωνοϊού έκανε τελικά και κάτι καλό στο Ναύπλιο καθώς κάποια είδη πτηνών που ενοχλούνται από τους αναρριχητές και γενικά από τον πολύ κόσμο, έκαναν την επανεμφάνισή τους σε επιλεγμένα σημεία της πόλης μετά από τρία χρόνια. 

Οι εικόνες που αποτύπωσε ο Θάνος Κομνηνός με τα βραχοκιρκίνεζα στην Ακροναυπλία είναι σαγηνευτικές. Φέτος είναι περισσότερα από άλλες φορές, σε ένα σημείο που είναι χαρακτηρισμένο ως Natura 2000 και το βασικότερο σημείο αναπαραγωγής για πτηνά όπως αυτό, και στο οποίο δια νόμου δεν επιτρέπεται η όχληση, 

 

 

 

Το Βραχοκιρκίνεζο (επιστημονική ονομασία Falco tinnunculus) είναι είδος γνήσιου γερακιού (γένος Falco). Στην Ελλάδα το βραχοκιρκίνεζο απαντάται καθ’όλη τη διάρκεια του έτους, ως επιδημητικό πτηνό.

Πρόκειται για ένα από τα κοινότερα και ευκολότερα προσαρμόσιμα γεράκια της Ελληνικής πανίδας. Είναι πτηνό των πεδινών και ανοιχτών οικοτόπων, όπως οι ερεικώνες, οι θαμνώδεις εκτάσεις και ελώδεις περιοχές. Δεν απαιτεί δάση, εφόσον υπάρχουν εναλλακτικές φωλιές για κούρνιασμα, όπως πέτρες ή κτίσματα. Ευδοκιμεί εύκολα σε άδενδρες περιοχές, όπου υπάρχουν άφθονα ποώδη φυτά και θάμνοι για να υποστηρίξουν έναν πληθυσμό θηραμάτων.

Το κήρωμα είναι κίτρινο, ενώ υπάρχουν χαρακτηριστική μαύρη ταινία στα μάγουλα, κάτω από τα μάτια και χαρακτηριστικός κίτρινος δακτύλιος γύρω από τα μάτια.

 

 

 

Όταν κυνηγάει, το βραχοκιρκίνεζο χρησιμοποιεί τις τεχνικές του γυροπετάγματος (soaring), εκμεταλλευόμενο τα θερμικά ανοδικά ρεύματα, και της αιώρησης (hovering), περίπου 10-20 μέτρα πάνω από το έδαφος. Ειδικά η δεύτερη τεχνική, αποτελεί ένα βασικό διαγνωστικό του χαρακτηριστικό, διότι την χρησιμοποιεί πολύ συχνά.

Μπορεί συχνά να βρεθεί στο κυνήγι, κατά μήκος των πλευρών δρόμων και αυτοκινητοδρόμων. Το βραχοκιρκίνεζο είναι σε θέση να βλέπει σε μήκη κύματος κοντά στο υπεριώδες φως, που επιτρέπει στα πουλιά να εντοπίζουν τα ίχνη που αφήνουν τα ούρα των τρωκτικών στα λαγούμια τους και λαμπυρίζουν κάτω από το ηλιακό φως.

Μία άλλη (λιγότερο εμφανής) τεχνική, είναι να κουρνιάζει λίγο ψηλότερα από το έδαφος, όταν το επιτρέπει η τοπογραφία της περιοχής και, όταν το θήραμα κινηθεί προς τα εκεί, εφορμά.

 

 

 

Επίσης, τα βραχοκιρκίνεζα προσαρμόζονται εύκολα στην ανθρώπινη παρουσία (γεγονός που τους κοστίζει ακριβά, πολλές φορές), όσο υπάρχουν επαρκείς εκτάσεις βλάστησης, και μπορεί ακόμη και να βρεθεί σε υγρότοπους, χερσότοπους και άγονα μέρη, σε υψόμετρα από τη θάλασσα μέχρι τις υψηλότερες οροσειρές.

Το τυπικό κοινό θήραμα του βραχοκιρκινεζιού είναι τα μυόμορφα τρωκτικά, παντός είδους: ποντίκια, αρουραίοι, τυφλοπόντικες, μυγαλές, μυωξοί κ.λ.π., κάνοντάς το, ένα από τα χρησιμότερα πτηνά για τη γεωργία.

Είναι το κοινότερο ημερόβιο αρπακτικό στην Ελλάδα και η γενική του κατάσταση είναι καλή. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι η λαθροθηρία με σκοπό την ταρίχευση, ενώ αποτελεί εύκολο στόχο, λόγω της σχετικής αφθονίας του, της συγκατοίκησής του με τον άνθρωπο και της ιδιαίτερης τεχνικής του να αιωρείται (hovering).

 

 

 

Άλλες λόγιες ονομασίες είναι Ιέραξ ο βραχοδίαιτος, Ιέραξ ο γνήσιος και Ιέραξ ο μικρός.

Στον Ελλαδικό χώρο, το Βραχοκιρκίνεζο απαντάται και με τις λαϊκές ονομασίες Αερογάμης, Ανεμογάμης, Κανδηνέλι (Κάσος), Νταμαρογέρακο, Πετρογέρακας (Άνδρος), Πετρογέρακο και Πετροκιρκινέζι.

Είναι, πιθανότατα, το πτηνό Κεγχρηίς ή Κέρχνη των αρχαίων Ελλήνων.