Κίνα. Ένα «μικρόβιο»… που μπήκε από το «στόμα»!
Η σοφή και πανάρχαια κινεζική γλώσσα μας δίνει πάντοτε μια λογική και άρτια εξήγηση εννοιών, μέσα από την ιδιαίτερη συνδυαστική χρήση των χιλιάδων ιδεογραμμάτων. Το κάθε ιδεόγραμμα, άλλωστε, είναι μια συλλαβή και ο συνδυασμός τους μας δίνει ένα πλήρες νόημα, μια λέξη ή μια φράση.
του Δημήτρη Σαρρή*
Αυτή «η Χώρα του Κέντρου», το «Μέσο Βασίλειο», η εξουσία της «Ουράνιας Αρμονίας», η Κίνα, Αυτοκρατορία των κλειστών συνόρων για αιώνες και των φιλοσόφων, που είχαν τη θέση των οδηγών μια κουλτούρας και της πολιτικής ζωής, αυτή η τεράστια χώρα, των τόσων δυνατοτήτων και της μόνιμης δημογραφικής υπερδύναμης, έμεινε για πολλούς αιώνες εντελώς έξω από αυτό που εμείς ονομάζουμε ιστορία και ανάπτυξη του Δυτικού Κόσμου. Αναπτύχτηκε παράλληλα και κυρίως ανεξάρτητα από την Ευρώπη. Εξ ου και οι τέτοιες μεγάλες διαφορές σε πολιτιστικό και γλωσσικό επίπεδο. Η Κίνα θέλησε να είναι “αποκλεισμένη” ή προστατευμένη. Κάποιοι θα το ονόμαζαν αυτό “κρατικό συντηρητισμό” και εσωστρέφεια, όμως στηριζόταν στην ιδέα της οικονομικής και πνευματικής αυτάρκειας ενός τεράστιου βασιλείου, σε ένα αυτοκρατορικό σύστημα με απαράλλακτες αξίες, που δεν βασιζόταν σε μια συμβατική θρησκευτική τυπολατρεία, αλλά σε μια παραδοχή και εφαρμογή φιλοσοφικών αρχών στη Διοίκηση, κυρίως πάνω στις ηθικολογικές διδαχές του Ταοϊσμού και του Κομφουκιανισμού.
Μέσω του «Δρόμου του Μεταξιού», από τον 3ο αιώνα π.Χ. και την ενοποίηση της, η Κίνα είχε χερσαίες και τακτικές επαφές με τη Δύση. Προϊόντα, εφευρέσεις, θρησκείες, τεχνοτροπίες, γλώσσες και ήθη, πολιτικές αντιλήψεις και αισθητικές – καλλιτεχνικές εκφράσεις, βρήκαν τρόπο και δρόμο να κινηθούν πάνω στον ίδιο άξονα Ανατολής και Δύσης, σε μια εποχή που υπήρξαν όμορα της Κίνας τα ελληνιστικά βασίλεια της Βακτριανής και της Βόρειας Ινδίας.
Πότε όμως έπαψε να υπάρχει αυτός ο άξονας με την αρχαία του μορφή;
Μετά από πολλούς αιώνες σχετικής ισορροπίας, όταν οι χερσαίες εμπορικές μεταφορές αντικαταστάθηκαν από τις θαλάσσιες. Οι δρόμοι της θάλασσας, που επανενεργοποιήθηκαν από τους Πορτογάλους τον 15ο αιώνα, δεν ήταν τελείως άγνωστοι, είχαν όμως αδρανοποιηθεί και ξεχαστεί μετά τα ρωμαϊκά χρόνια και είχαν δώσει τη θέση τους στα καραβάνια του «Δρόμου του Μεταξιού». Οι συνθήκες λοιπόν της κάθε εποχής διαμόρφωναν και διαμορφώνουν τον τρόπο επικοινωνίας και κυρίως τον τρόπο εκτέλεσης και ανάπτυξης του παγκοσμίου εμπορίου.
Οι Ευρωπαίοι λοιπόν ξαναβρήκαν τις θάλασσες ως χώρο πρόσφορο και εκτεταμένο, για να προσεγγίσουν νέα προϊόντα και να εφοδιάσουν τις αγορές τους, να βρουν επίσης εργατικά χέρια και να εποικίσουν νέες περιοχές. Αυτό το έκαναν κατ’ αρχήν στην Αφρική και την Αμερική, εφάρμοσαν εντατικά το δουλεμπόριο και τον εποικισμό, με άρμα και πρόφαση τον εκχριστιανισμό. Παράλληλα όμως ίδρυσαν και τις αποικίες τους στην Ασία, στην Ινδονησία, στις Φιλιππίνες, στη Σρι Λάνκα και στην Ινδοκίνα, έστειλαν αρχικά ιεραποστόλους και αργότερα εμπορικούς πράκτορες και τολμηρούς τυχοδιώκτες.
Εκεί, σε εκείνες τις ανατολικές, ζεστές θάλασσες, οι Ευρωπαίοι βρήκαν τις ακτές μιας κραταιάς αυτοκρατορίας που, ενώ είχε δύναμη και χρήμα, είχε τα μέσα και τους ανθρώπους, δεν επιζητούσε την επέκταση προς τη θάλασσα. Ή Κίνα άλλωστε, ήταν πάντοτε μια κυρίως ηπειρωτική δύναμη, που βάσιζε την ακμή της στην αγροτική παραγωγή και στους μεγάλους ποτάμιους δρόμους που ένωναν Ανατολή και Δύση. Χιλιάδες χιλιόμετρα πλωτών ποταμών μετέφεραν τα προϊόντα της ενδοχώρας προς τα ανατολικά λιμάνια και αυτή η διαδικασία, διαιώνιζε το εμπόριο σε ένα ευρύτερο ζωτικό χώρο της Άπω Ανατολής. Η Κίνα και ο κόσμος γύρω από αυτήν, ήταν μια αυτόνομη και αυτόφωτη «ήπειρος», που δεν έστειλε ποτέ τα καράβια της στην Ευρώπη, γιατί θεωρούσε ότι όλα όσα είχε και παρήγε ήταν αρκετά για να διατηρούν την ισορροπία του Αυτοκρατορικού Συστήματος και των Μανδαρίνων πάρα τις οποίες εσωτερικές έριδες και τη διαδοχή δυναστειών.
Η μόνη αξιοσημείωτη περίπτωση μακρινών ταξιδιών από Κινέζους, καταγράφεται κατά τον 15ο αιώνας, κάποιες δεκαετίες πριν τα πρώτα ταξίδια των Πορτογάλων στην Ασία, όταν ο ευνούχος ναύαρχος Ζενγκ Χε, με τη στήριξη του Αυτοκράτορα Γιονγκ Λε, πραγματοποίησε μεγάλα εμπορικά αλλά και επεκτατικά ταξίδια μέχρι την Ανατολική Αφρική, την Αραβική χερσόνησο αλλά και την Ινδία, την Σρι Λάνκα και τα νησιά του Ειρηνικού. Ήταν μια περίοδος επέκτασης του κινεζικού εμπορίου και των κινεζικών προϊόντων. Μετά όμως από το θάνατο του Αυτοκράτορα Γιονγκ Λε, το 1424, οι διάδοχοι επέστρεψαν στην απαρέγκλιτη εφαρμογή των κανόνων του Κομφουκιανισμού, απορρίπτοντας τα μακρινά ταξίδια, την οικονομική εξάρτηση ή υποδούλωση ξένων και όχι γειτονικών λαών και γενικά αποσιώπησαν και θέλησαν να σβήσουν την ιστορία του μεγάλου αυτού ναυάρχου.
Η δυναστεία των Μινγκ, που ήταν και η τελευταία που ελεγχόταν από τους Κινέζους Χαν , τον 17ο αιώνα έδωσε τη σκυτάλη στην τελευταία Κινεζική Δυναστεία που υπήρξε και η πρωταγωνίστρια της εξέλιξης της χώρας κατά τους τελευταίους αιώνες, τη δυναστεία των Τσινγκ ή Μαντσού της οποίας οι πρωταγωνιστές είχαν καταγωγή από την Μαντζουρία .
«Το στόμα της τίγρης»
Οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις, είχαν «πιάσει τα πόστα», κοντά στις ακτές της Κίνας, παρακολουθώντας στενά τη δραστηριότητα στα λιμάνια της. ΟΙ Ισπανοί ήταν στις Φιλιππίνες, οι Ολλανδοί κράτησαν για μερικές δεκαετίες την Ταϊβάν που οι Πορτογάλοι είχαν ονομάσει «Φορμόζα », οι Άγγλοι είχαν αρχίσει την επέκτασή τους στην Ινδία και στα στενά της Μαλάκκα . Οι λιγοστοί Ευρωπαίοι, φαίνονταν σαν μικρά αρπακτικά που περιεργάζονται τις κινήσεις ενός μεγαλύτερου θηράματος και με απόλυτη υπομονή μαθαίνουν τις συνήθειες και τις αδυναμίες του… και όπως φαίνεται από την ιστορία που ακολουθεί, αυτή η τακτική απέδωσε.
Το σύστημα της Καντόνας ή αλλιώς το σύστημα του «ενός στόματος», της μιας και μοναδικής εμπορικής εισόδου, ήταν ένα οικονομικό και εμπορικό καθεστώς που επικράτησε για αρκετές δεκαετίες, από το 1757 ως το 1842. Ένας είδος αρχικής, διστακτικής και περιορισμένης παραχώρησης. Αν παρατηρήσουμε την κινεζική γραφή αυτού του όρου, θα δούμε τα δύο πρώτα ιδεογράμματα που σημαίνουν κυριολεκτικά «ένα στόμα» ( 一口通商). Σύμφωνα με αυτό, οι Ευρωπαίοι θα είχαν το δικαίωμα να εμπορεύονται με την Κίνα μόνο από το λιμάνι της Καντόνας και υπό αυστηρούς όρους και περιορισμούς. Οι Ευρωπαίοι τότε αντιμετωπίζονταν από τους Κινέζους ως «βάρβαροι» που θα έπρεπε να έχουν τα ελάχιστα δικαιώματα απέναντι στην πανίσχυρη Αυτοκρατορία…
Έδωσαν οι Κινέζοι λοιπόν αυτό που θεωρούσαν σοφό, δίκαιο και αρκετό, χωρίς να περιμένουν ότι μέσα σε λίγες δεκαετίες, οι ελάχιστοι, περαστικοί, βάρβαροι και παρακατιανοί έμποροι, θα κατάφερναν να γονατίσουν και να ταπεινώσουν μια ιστορική και πολυπληθή αυτοκρατορία.
Οι Ευρωπαίοι στην Καντόνα είχαν τους λεγόμενους 13 Εμπορικούς Σταθμούς (αποθήκες, γραφεία, στα αγγλικά “factories”), με τις σημαίες τους και τους κανόνες τους. Δεν είχαν καν το δικαίωμα να μπουν στην κυρίως πόλη που βρισκόταν λίγο πιο μακριά. Μπορούσαν να έρθουν σε επαφή μόνο με τους επίσημους εμπορικούς αντιπροσώπους της Κίνας, τους «δημόσιους εμπόρους» Κο Χονγκ, που είχαν τη σχετική άδεια και ουσιαστικά αποτελούσαν έναν μονοπωλιακό φορέα. Οι Ευρωπαίοι λοιπόν «πάτησαν πόδι» για πρώτη φορά στις όχθες του «Μαργαριταρένιου Ποταμού», μπήκαν στο «στόμα της τίγρης » και άρχισαν να καταλαβαίνουν την αξία και τον πλούτο της Κίνας. Έστω και με τους περιορισμούς που ίσχυαν, υπό το καχύποπτο βλέμμα των Κινεζικών Αρχών, μέσα σε ένα κλίμα πηγαίας ξενοφοβίας και εχθρότητας που κάθε τόσο εκδηλωνόταν. Κι εκεί, δίπλα στους Εμπορικούς Σταθμούς, λογικό ήταν, άνθιζε και το παραεμπόριο πάσης φύσεως και κυκλοφορούσαν τα λεγόμενα «πλοία των λουλουδιών», τα πλοία με τα «ουράνια κορίτσια», πλωτοί οίκοι ανοχής ελεγχόμενοι από Κινέζους και με πελατεία τις ευρωπαϊκές εμπορικές εταιρίες. Μέσα σε αυτές τις δεκαετίες, η Καντόνα ήταν το μόνο παράθυρο της Κίνας προς τον έξω κόσμο, καθώς και το μόνο «στόμα» από το οποίο η Κίνα μιλούσε προς τη Δύση και από το οποίο κατάπινε και την επιρροή της μακρινής και ξένης Ευρώπης. Γιατί, πέρα από τους εμπόρους και πριν τους εμπόρους της Καντόνας, στην περιοχή είχαν έρθει οι Πορτογάλοι που είχαν νοικιάσει το δικαίωμα εμπορίου στο Μακάο από το 1557 και οι καθολικοί ιεραπόστολοι, κυρίως από τη Γαλλία και την Ισπανία , που είχαν αναλάβει τον εκχριστιανισμό μιας περιοχής από το Βιετνάμ μέχρι την Ιαπωνία…
Ας πάμε όμως και στην οικονομική ουσία του θέματος. Η ζήτηση ήταν μεγάλη για μετάξι για πορσελάνη, για τσάι και για εξωτικά προϊόντα που είχαν γίνει πολύτιμα στις αγορές της Ευρώπης. Αυτό, με το χρόνια όμως, δημιούργησε ένα τεράστιο ευρωπαϊκό έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο, μια κατάσταση υπέρ της πλουσιότερης Κίνας. Η δε Κίνα, ακολουθώντας το κομφουκιανικό οικονομικό μοντέλο του κρατικού παρεμβατισμού και της υψηλής φορολογίας, λόγω επάρκειας αγαθών, δεν είχε καμία διάθεση να αλλάξει το ισχύον σύστημα… Εκείνα τα χρόνια, η παγκοσμιοποιημένη οικονομία ελεγχόταν από τη ροή και την αξία του ασημιού, με αποτέλεσμα, μέσα σε λίγες δεκαετίες η Κίνα να μαζεύει όλο και περισσότερο πλούτο σε ασήμι, λόγω του θετικού της ισοζυγίου.
Εκείνοι που βρήκαν τον τρόπο να το ανατρέψουν όλο αυτό, ήταν οι πολυμήχανοι και θαλασσοκράτορες Άγγλοι. Που ήδη, με διάφορες προφάσεις, κυρίως την καταπολέμηση της πειρατείας, έφερναν τα πολεμικά τους πλοία όλο και πιο κοντά στις ακτές της Κίνας, χωρίς οι Κινέζοι να νιώθουν επί της ουσίας απειλημένοι.
Πώς όμως θα ανέτρεπαν εκείνη την οικονομική κατάσταση; Μα, μέσω του οπίου, το οποίο καλλιεργούσαν συστηματικά στην ανατολική Ινδία και το οποίο άρχισαν να προωθούν μέσω λαθρεμπόρων στις κινεζικές ακτές, παρά τις συνεχείς αυτοκρατορικές απαγορεύσεις, ακόμα και τις επιστολές των Κινέζων προς τη βασίλισσα Βικτώρια…
Διπλή η στόχευση: από τη μία, υπέρογκα έσοδα μέσω του λαθρεμπορίου που επέστρεφαν στη Βρετανική Ινδία και διοχετεύονταν για τη αγορά ακριβών κινεζικών προϊόντων, επιστροφή δηλαδή του ασημιού σε ευρωπαϊκά χέρια, από την άλλη, διάβρωση της κινεζικής άρχουσας τάξης που, μέσω του εθισμού της στο όπιο, αδιαφορούσε όλο και περισσότερο για την διοίκηση και την οργάνωση της χώρας.
Οι Κινέζοι Αυτοκράτορες έβλεπαν τη ζημιά που ήδη είχε ξεκινήσει και κάθε τόσο εξέδιδαν διατάγματα απαγόρευσης του οπίου και περιορισμού της διακίνησής του. Αλλά τα πράγματα είχαν ήδη πάρει την ιστορική τροπή τους.
Ο πρώτος «πόλεμος του οπίου» ξέσπασε όταν οι Κινεζικές Αρχές κατέσχεσαν και κατέστρεψαν ένα φορτίο παράνομου οπίου και άρχισαν αυστηρούς ελέγχους στα ξένα πλοία. Δηλαδή εφάρμοσαν το νόμο που ίσχυε στην πατρίδα τους, ασκώντας εξουσία δίπλα στις ακτές και τα λιμάνια τους! Είχε προηγηθεί ένα κλασσικό περιστατικό προβοκατόρικης ετεροδικίας, όταν οι Άγγλοι αρνήθηκαν να παραδώσουν στις κινεζικές αρχές δύο ναύτες που είχα σκοτώσει έναν Κινέζο…
Η εμπλοκή ξεκίνησε το 1840 μετά από ψήφο στο Βρετανικό Κοινοβούλιο, οδήγησε σε ναυτικό αποκλεισμό και μια σειρά από πολεμικές επιχειρήσεις και εν τέλει είχαν ως αποτέλεσμα τη συνθήκη της Ναν Τσίνγκ το 1842, που αναγνώριζε τη βρετανική κυριαρχία στο Χονγκ Κονγκ και παραχωρούσε 5 πρώτα λιμάνια με ειδικό προνομιακό καθεστώς για εταιρείες κι εμπόρους, όριζε πολεμικές αποζημιώσεις, ενώ δεχόταν και την ετεροδικία των Βρετανών. Ακολούθησαν παρόμοιες επαχθείς για την Κίνα συνθήκες με τους Γάλλους (περί “σεβασμού του χριστιανισμού” μεταξύ άλλων) και με τους Αμερικανούς (“συνθήκη ειρήνης, φιλίας και εμπορίου”) το 1844. Σε διαφορετικές περιπτώσεις και με διαφορετικές αφορμές, οι Άγγλοι κάθε τόσο καταλάμβαναν τα οχυρά στο στόμιο του Μαργαριταρένιου Ποταμού, στο λεγόμενο “στόμα της τίγρης”, επικαλούμενοι απειλές κατά των υπηκόων τους, ορμώμενοι από ξενοφοβικές κινήσεις το όχλου, ζητώντας κάθε τόσο αναθεώρηση των υπαρχουσών εμπορικών συνθηκών προς το συμφέρον τους…
Ο δεύτερος «πόλεμος του οπίου»
Όπως φαίνεται από αυτή την ιστορία, ο θρασύς και ο τολμηρός κερδίζει. Και όταν είναι αδίστακτος και πλεονέκτης, όταν δε σέβεται ούτε καν τη δική του υπογραφή, τότε ζητά ακόμα περισσότερα, τότε τα θέλει όλα… ανάλογα με το τι ζητούσαν εμπορικές εταιρίες και οι τράπεζες, οι Βρετανοί πολιτικοί, διπλωμάτες και φυσικά οι ίδιοι οι στρατιωτικοί και οι ναύτες, ήταν πάντοτε έτοιμοι για έναν ακόμα επεκτατικό ελιγμό
Δεν άργησε λοιπόν να έρθει η στιγμή που οι Ξένες Δυνάμεις «έστησαν» το σκηνικό για έναν νέο πόλεμο κατά της Κίνας.
Η αφορμή, ένα ακόμα επεισόδιο χωρίς ακριβή κίνητρα και χωρίς τόσο μεγάλη σημασία. Ενδεικτικό όμως αυτού που ονομάζουμε «προβοκάτσια» και «δίκαιο του ισχυρού». Οι κινεζικές αρχές συνέλαβαν το κινεζικό πλήρωμα από ένα πρώην πειρατικό πλοίο που έπλεε με βρετανική σημαία. Ο Βρετανός κυβερνήτης του ισχυρίστηκε ότι οι Κινέζοι κατέβασαν, άρα προσέβαλαν τη βρετανική σημαία. Κι ενώ ο Βρετανός Πρόξενος ζήτησε εξηγήσεις και επίσημη συγγνώμη, ο Κινέζος κυβερνήτης δεν έδειξε απόλυτη υποταγή και δεν ελευθέρωσε όλους τους κρατουμένους. Έτσι, οι Βρετανοί ξεκίνησαν να βομβαρδίζουν τα τείχη της Καντόνας και κατέστρεψαν αρκετά κινεζικά πλοία. Οι αψιμαχίες συνεχίστηκαν, ενώ παράλληλα ενεπλάκησαν και οι Αμερικανοί σε ανταλλαγή πυρών στα τέλη του 1856. Η Γαλλία δεν έχασε την ευκαιρία και μπήκε στο νέο πόλεμο, επικαλούμενη την εκτέλεση ενός Γάλλου ιεραποστόλου που δρούσε σε απαγορευμένη περιοχή παραβιάζοντας τον Κινεζικό Νόμο! Οι Ρώσοι ενδιαφέρθηκαν και αυτοί, αλλά περισσότερο σε διπλωματικό επίπεδο, για να αποκομίσουν κέρδη στην πορεία.
Η πρώτη φάση αυτού του πολέμου έκλεισε με την κατάληψη της Καντόνας το 1858 και τη Συνθήκη της Τιαντζίν που έδινε ακόμα περισσότερα λιμάνια και δικαιώματα στους Ευρωπαίους. Η Κίνα δεν δέχτηκε αυτούς τους όρους και τα ευρωπαϊκά στρατεύματα προχώρησαν και προς το Βορρά πλέον, απειλώντας το Πεκίνο και την ίδια την ύπαρξη της Κίνας.
Αξίζει εδώ να αναφέρουμε ότι ο λόρδος Έλγιν, επικεφαλής των Βρετανικών Δυνάμεων, γιος του “καθαριστή” του Παρθενώνα, ένας άλλος λόρδος, της ίδιας οικογένειας μορφωμένων ευγενών, αδίστακτων υπηρετών των Βρετανικού Στέμματος, έδωσε εντολή, τον Οκτώβρη του 1858, να καταστραφούν και να λεηλατηθούν τα θερινά ανάκτορα που βρίσκονταν έξω από το Πεκίνο. Ήταν μια πολιτική απόφαση, μια πράξη συμβολική και τιμωρητική, μια προειδοποίηση προς τους Κινέζους ότι η επόμενη μεγάλη καταστροφή θα ήταν η ίδια η Απαγορευμένη Πόλη στο Πεκίνο.
Ο Αυτοκράτορας έφυγε από το παλάτι του και ανέλαβε ο αδελφός του να υπογράψει τη συνθήκη του 1858, δύο χρόνια μετά, το 1860.
Σύμφωνα με τα νέα δεδομένα, το εμπόριο του οπίου νομιμοποιήθηκε, ορίστηκε υπέρογκη αποζημίωση προς τους Άγγλους και τους Γάλλους, η αγγλική κτήση του Χονγκ Κονγκ επεκτάθηκε στη χερσόνησο Κόου Λούν, δόθηκε απόλυτη ελευθερία στις ξένες θρησκείες. Οι Ρώσοι υπέγραψαν ξεχωριστή συνθήκη αποκτώντας τον έλεγχο ενός μέρους της Μαντζουρίας και την παράκτια ζώνη στην οποία ίδρυσαν το Βλαδιβοστόκ το 1860. Λίγο μετά, ξεκινούν στη Δυτική, μουσουλμανική Κίνα, μεγάλες εξεγέρσεις, που υποστηρίζονται από τους Βρετανούς και τους Ρώσους. Η Κίνα, παρότι καταπνίγει την εξέγερση, οδηγείται κι εκεί σε διπλωματική υποχώρηση και υπογράφει ένα πρωτόκολλο ορισμού συνόρων με τους Ρώσους το 1864, χάνοντας τα εδάφη που βρίσκονται δυτικά της οροσειράς Τιεν Σαν, δηλαδή το σημερινό Κιργιστάν και άλλες κοντινές περιοχές.
Η Αυτοκρατορική Κίνα ταπεινώθηκε. Έχανε πλέον σε όλα τα μέτωπα και αυτό έφερνε και εσωτερική αναταραχή και αποδυνάμωση της Διοίκησης. Σχεδόν ολόκληρη η παράκτια ζώνη της και όλα τα στρατηγικά λιμάνια της ελέγχονταν σε μεγάλο ποσοστό από τις Ευρωπαϊκές Δυνάμεις, που διοχέτευαν αυτόν τον πλούτο στις χώρες και τις τράπεζές τους. Οι Ευρωπαίοι έφερναν νέα ήθη, «ξερίζωναν» παράλληλα έναν αρχαίο τρόπο ζωής, βεβήλωναν τους κανόνες ηθικής και διάβρωναν τις ρίζες μιας εξισορροπητικής φιλοσοφίας που είχε επικρατήσει για αιώνες. Από τότε και στο εξής, ιδίως σε πόλεις όπως η Σαγκάη, οι Δυτικοί είχαν τις δικές τους γειτονιές και εξήγαν έναν «αποικιοκρατικό νεοπλουτισμό» που έκανε ακόμα περισσότερο κακό στην τοπική κοινωνία που βυθιζόταν στο όπιο και τη διαφθορά. Οι λεγόμενες ετεροβαρείς ή «επαχθείς συνθήκες» που ακολούθησαν τις επόμενες δεκαετίες, ουσιαστικά αιχμαλώτισαν τα λιμάνια και τους λαούς της Άπω Ανατολής, στην Κίνα, την Ιαπωνία και την Κορέα.
Αργότερα, ήρθε η σειρά της εκσυγχρονισμένης Ιαπωνίας, αφού αναβαπτίστηκε και συμμορφώθηκε μέσα από τη δική της «ταπείνωση», να πάρει και αυτή το μερίδιό της από τον κινεζικό γίγαντα που ήταν σε αποσύνθεση. Ο στρατός της Ιαπωνίας είχε αρχικά εκπαιδευτεί από Γάλλους και μετά το 1870, από Γερμανούς. Ο πόλεμος Κίνας – Ιαπωνίας το 1895 είχε ως αποτέλεσμα να χαθεί για τους Κινέζους ο έλεγχος της Κορέας και αμέσως μετά, η Ιαπωνία να καταλάβει την Ταϊβάν.
Το 1859 οργάνωσε και η Πρωσία της δική της εμπορική – επεκτατική αποστολή, που οδήγησε σε εμπορική συμφωνία το 1861. Το 1897 δολοφονήθηκαν κάτω από συγκεχυμένες συνθήκες δύο Γερμανοί ιεραπόστολοι και αυτό ήταν η αφορμή για να μπει η Αυτοκρατορική Γερμανία (διάδοχο κράτος της Πρωσίας) δυναμικά στο παιχνίδι της μεγάλης μοιρασιάς των λιμανιών της Κίνας. Πήρε και αυτή τη δική της «ειδική ζώνη» εκμετάλλευσης, στον κόλπο Κιάου Τσόου (Kiautschou Bay), την οποία κράτησε ως το 1914.
Η διαδοχική απώλεια κυριαρχίας έφερε γενικευμένη δυσαρέσκεια, η ετεροδικία που απολάμβαναν οι ξένοι στην Κίνα και τα προνόμια των χριστιανών Κινέζων, προκάλεσαν την οργή ενός μεγάλου μέρους της Διοίκησης και του Στρατού στα βόρεια της χώρας. Στα τέλη του 19ου αιώνα, το 1899, ξέσπασε η εξέγερση των Μπόξερς , ενάντια στους Ξένους, ενάντια στους Χριστιανούς και ενάντια στην Αποικιοκρατία. Η εξέγερση βρήκε απέναντί της μια οργανωμένη συμμαχία οκτώ δυνάμεων (Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία, Ιαπωνία, ΗΠΑ, Ιταλία, Αυστροουγγαρία) με τις οποίες συμμάχησαν και κάποιοι κυβερνήτες της Νότιας Κίνας. Ακόμα μια αναμενόμενη ήττα, ακόμα μεγαλύτερες παραχωρήσεις στους Ξένους. Πολεμικές αποζημιώσεις, κατοχή και λεηλασίες, εδαφικές απώλειες, παραχώρηση ακόμα περισσότερων εμπορικών προνομίων… Λίγο μετά το τέλος της εξέγερσης, το 1904, η Ρωσία και η Ιαπωνία πολέμησαν μεταξύ τους, για το πώς θα μοιράσουν τα κινεζικά εδαφικά λάφυρα!
Την ίδια εποχή λοιπόν, απέκτησε το μερίδιο της στην Κινεζική Ακτή και η Αυστροουγγαρία και η Ιταλία, παράλληλα βέβαια με τη Γαλλία, το Βέλγιο, τη Ρωσία, την Ιαπωνία, τη Γερμανία, τις ΗΠΑ και φυσικά τη θαλασσοκράτειρα Αγγλία. Δεκάδες περιοχές και πόλεις της Κίνας εξ ολοκλήρου ελεγχόμενες από τους ξένους στρατούς, τις ξένες τράπεζες και τους εμπόρους.
Διαβάζοντας την Κινεζική Ιστορία, βλέπουμε ότι τα ίδια χρόνια η ίδια δυναστεία εξακολουθούσε τύποις να υφίσταται, να χάνει εδάφη έναντι της Ιαπωνίας κυρίως, να διατηρεί ένα παρηκμασμένο σύστημα Μανδαρίνων και Ευνούχων που ήταν αποκοιμισμένοι από το όπιο και τη γενική διάλυση.
Α, να μην το ξεχάσουμε! Εκείνα τα χρόνια επίσης, συγκεκριμένα το 1905, η Κίνα κατήργησε, μέσω δυτικογενών εκσυγχρονιστικών μεταρρυθμίσεων, το αυτοκρατορικό σύστημα επιλογής προσωπικού, το σύστημα δηλαδή εξετάσεων για το διορισμό ανώτατων υπαλλήλων που εφαρμοζόταν για πάνω από 15 αιώνες και μάλιστα είχε εμπνεύσει αντίστοιχα συστήματα στην Αγγλία και την Αμερική κατά τον 19ο αιώνα… Άλλη μια ένδειξη κατάπτωσης… η Αυτοκρατορική Κίνα εγκατέλειπε και τις πανάρχαιες αρχές της αξιοκρατίας.
Αν δεχτούμε ότι η Κίνα ταπεινώθηκε και παρήκμασε κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, τότε μπορούμε να πούμε ότι γονάτισε και ξεπουλήθηκε κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Τότε πλέον, απειλήθηκε ευθέως η κυριαρχία της χώρας, κατέρρευσε η τελευταία Δυναστεία κι ένα μεγάλο μέρος της χώρας σταδιακά πέρασε στους Ιάπωνες με αποκορύφωμα την κατοχή και τις σφαγές της δεκαετίες του 1930.
Η Κίνα, εν κατακλείδι, άνοιξε κάποτε δειλά δειλά ένα λιμάνι, γιατί ένιωθε την εμπορική πίεση των Ευρωπαίων, που ήθελαν πάσει θυσία να έχουν πρόσβαση στη μεγάλη αυτή και πλούσια περιοχή. Το ένα λιμάνι της Καντόνας έδωσε τη θέση του σε πολλά λιμάνια και στη συνέχεια, σε ακόμα περισσότερα. Μέσα σε λίγες δεκαετίες, η άλλοτε κραταιά τάξη των Μανδαρίνων αποδείχτηκε ανίκανη να ξεπεράσει το πάθος της διαφθοράς και του οπίου. Αιώνες γνώσης και αξίας έγιναν έρμαιο των ορέξεων ξένων, ανήθικων, διπλωματών και πολιτικών που ήθελαν όλο και περισσότερα. Η Κίνα έδωσε αρχικά λίγα και αυτοί πήραν περισσότερα. Και ύστερα ζητούσαν και άλλα, υπέρογκα, δυσανάλογα και παράλογα.
Η Κίνα, μετά το 1949, ξαναβρήκε τη θέση της κυρίαρχης χώρας που οργανώθηκε γύρω από μια νέα ιδεολογία, την κομμουνιστική – μαοϊκή. Το όπιο, που είχε νωρίτερα καταστρέψει τη χώρα, εξαλείφτηκε επιτέλους, η χώρα ξανακαλλιεργήθηκε συστηματικά και οργανωμένα, μέσα από μεγάλες θυσίες αλλά και εκκαθαρίσεις, μπήκε σε μια τροχιά μακρόπνοων πλάνων κι επανήλθε στην ισορροπία και στην σχεδόν μοιραία «εσωστρέφεια» και ξενοφοβία, που για τόσους αιώνες είχε διαφυλάξει την ταυτότητα του «Μέσου Βασιλείου».
Από το 1980 και μετά, με τις μεταρρυθμίσεις του Ντενγκ Σιάο Πινγκ , η Κίνα άνοιξε δειλά δειλά της πόρτες της, δημιουργήθηκαν κάποιες ζώνες ελευθέρου εμπορίου, αλλά αυτή τη φορά πολύ πιο προσεκτικά. Μάλιστα επωφελήθηκε από αυτό το «άνοιγμα», έμαθε, υιοθέτησε τεχνολογία, αναπτύχτηκε αθόρυβα και αποτελεσματικά. Και σήμερα, έχει καταλήξει σε ένα υβρίδιο μεταμοντέρνου, καταναλωτικού «κομμουνισμού» και δείχνει τη δική της πυγμή και εξωστρέφεια, κυρίως στην Αφρική αλλά και αλλού, με έργα υποδομών, ορυχεία, τεχνογνωσία, εμπορικές συμφωνίες, συστηματική γεωργία, δάνεια, καθώς και μέσα από την παγκόσμια ναυτιλία. Βρήκε τη φυσική της θέση, μιας εκ φύσεως υπερδύναμης.
Ας μην την κατηγορούμε μονίμως λοιπόν, γιατί από εμάς τους Ευρωπαίους έμαθε την τέχνη της εξάπλωσης. Η Κίνα – και στα χρόνια των ξένων αποικιακών λιμανιών και στο σήμερα – είναι πάντα πεδίο επιβουλής των αχόρταγων Δυτικών. Τώρα που έχουμε φτάσει σε μια εποχή, που πάλι το εμπορικό ισοζύγιο έχει γείρει υπέρ της Κίνας, οι Δυτικοί ψάχνουν τρόπους να την πλήξουν, να την δυσφημίσουν, να την λοιδορήσουν, να την ξαναγονατίσουν… Και πάλι, έχουν ολόκληρες βιομηχανικές περιοχές στην Κίνα, όπου παράγουν τα προϊόντα τους σε χαμηλή τιμή και πάλι, οι λαοί της Δύσης μαθαίνουν να βλέπουν δύσπιστα οτιδήποτε είναι φτιαγμένο στην Κίνα, παρότι οι ίδιοι το έχουν σχεδιάσει, διαφημίσει και παραγγείλει… Ας διαβάσουμε λοιπόν την πρόσφατη ιστορία και ας καταλάβουμε ότι οι ρίζες κάθε γεωπολιτικής επιλογής είναι οικονομικές, είναι βαθύτερες και παλαιότερες.
Η Δύση σήμερα διαμαρτύρεται για τα δικαιώματα του Χονγκ Κονγκ, αλλά δεν μας θυμίζει κάνεις πώς περιήλθε αυτή η περιοχή υπό βρετανικό έλεγχο και πως επεστράφη με διμερή συμφωνία και συγκεκριμένους όρους . Η Δύση κατηγορεί συνεχώς την Κίνα για το ότι επιβουλεύεται τα ξένα συμφέροντα, ότι είναι επεκτατική, για το ότι εξαγοράζει λιμάνια και «απειλεί την ανθρωπότητα». Δεν μας λένε όμως ότι η Κινεζική Θάλασσα είναι γεμάτη από αμερικανικά πλοία που βρίσκονται μόνιμα στα λιμάνια και τα ανοιχτά της Κορέας και της Ιαπωνίας. Σκεφτείτε για παράδειγμα ο Κινεζικός Στόλος να σταθμεύει κάπου στη Μεσόγειο ή στην Καραϊβική! Πώς θα μας φαινόταν αυτό;
Η Δύση και ιδίως η προοδευτική Δύση, υιοθετεί άκριτα τα επιχειρήματα για το «ελεύθερο Θιβέτ», καθώς πρόκειται για μια πολιτική που υποστηρίχθηκε από μυστικές υπηρεσίες αλλά και ΜΚΟ εδώ και δεκαετίες. Για τους Δυτικούς, το «ελεύθερο Θιβέτ» είναι το «μη κινεζικό», η επιστροφή δηλαδή στην κατάσταση που είχε διαμορφωθεί μετά τους πολέμους του οπίου…
Η Κίνα, ο πλούτος και το πνεύμα της, θα μας είναι πάντοτε σε μεγάλο βαθμό ακατανόητα και άγνωστα, πρόκειται για έναν κόσμο που αναπτύχθηκε ανεξάρτητα από τη Ευρώπη, κυρίως όμως θα είναι αντικείμενο φθόνου, διεκδίκησης και επιβουλής. Ο «δράκος», άνοιξε κάποτε το στόμα του για να δεχτεί τους μικρούς, αδύναμους, «βάρβαρους» εμπόρους που ζητούσαν πρόσβαση. Και οι έμποροι μπήκαν ως μικρόβια και μόλυναν μια Αυτοκρατορία και μια κοινωνία για δεκαετίες, πήραν τα πάντα και άφησαν πόνο, πίκρα, παρακμή και ξεπεσμό.
Οι σύγχρονοι Κινέζοι φαίνεται ότι έχουν ξανανοίξει τις αρχαίες γραφές του Ταοϊσμού και μελετούν την ισορροπία ανάμεσα στο Γιν – θηλυκό και το Γιανγκ – αρσενικό. Το ένα υποχωρεί και το άλλο εισέρχεται και καταλαμβάνει το χώρο του πρώτου. Οι Κινέζοι ηγέτες έχουν καταλάβει ότι, αν αφήνεις επ’ αόριστον τα παράσιτα και τα κουνούπια να γυρίζουν γύρω από το κεφάλι ή το σώμα ενός μεγάλου και αργοκίνητου ζώου, αυτά τα μικρά και αεικίνητα ζωύφια θα βρουν κάποιο πέρασμα, κάποιο άνοιγμα, κάποια αδυναμία. Τους έχει διδάξει η Σύγχρονη Ιστορία ότι η υποχωρητικότητα και η εσωστρέφεια είναι μια μόνο πρόσκαιρη προστασία από επιβουλές. Όταν οι αντίπαλοι σου είναι επιθετικοί, δεν μπορείς να είσαι για πάντα παθητικός και να αναμένεις την ηθική τους βελτίωση… Αντιστέκεσαι και υπομονετικά αντεπιτίθεσαι.
*Ο Δημήτρης Σαρρής είναι Ξεναγός – Ιστορικός – Συγγραφέας
1 Δίκτυο εμπορικών δρόμων και υποδομών που διέσχιζε πολλά κράτη και ένωνε το μεσογειακό χώρο με την πόλη Σι Αν της Κίνας (Xi An= Δυτική Ειρήνη).
2 Η Κίνα θεωρείται ενοποιημένη Αυτοκρατορία από τη βασιλεία του Τσιν Σι Χουάν (Qin Shi Huang) που βασίλευσε από το 221 π.Χ. ως το 210 π.Χ. και είναι αυτός που έδωσε εντολή να δημιουργηθεί ο περίφημος «πήλινος στρατός» στο Σι Αν.
3 Κρατικοί αξιωματούχοι και γραφειοκράτες
4 Αυτοκράτορας (1402-1424) της Δυναστείας των Ming που κυριάρχησε στην Κίνα από το 1368 ως το 1644.
5 Κυρίαρχη εθνοτική ομάδα στην Κίνα
6 Περιοχή της βορειοανατολικής Κίνας.
7 «Εύμορφη/όμορφη νήσος» στα πορτογαλικά από το λατινικό forma < μορφή.
8 Το στρατηγικό θαλάσσιο πέρασμα που βρίσκεται ανάμεσα στη χερσόνησο της Ταϋλάνδης και την Ινδονησία, εκεί που οι Άγγλοι ίδρυσαν τη Σιγκαπούρη στις αρχές του 19ου αιώνα.
9 Σύστημα που ίσχυσε από το 1757 ως το 1842.
10 Guangzhou στα κινεζικά, Cantão στα πορτογαλικά από όπου και το αγγλικό Canton.
11 Τζου Τσιάνγκ στα κινεζικά. Το τρίτο μεγαλύτερο ποτάμιο λεκανοπέδιο στην Κίνα που καλύπτει μια έκταση περίπου ίση με τη σημερινή Σουηδία.
12 Η εκβολές του «μαργαριταρένιου ποταμού» στη Νότια Σινική Θάλασσα ονομάσρτηκε αό τους Πορτογάλους Boca do Tigre.
13 Η πρώτη μόνιμη ιεραποστολή οργανώθηκε από τους Ιησουίτες το 1601, ενώ το 1715, έναν αιώνα μετά, ο Αυτοκράτορας απαγόρευσε το χριστιανισμό.
14 Ή Νανκίν : Μεγάλη πόλη στο δέλτα του ποταμού Γιανγκ Τσε που σημαίνει «πρωτεύουσα του Νότου» κατ’ αντιστοιχία του Μπέι Τζιν (Πεκίνου= πρωτεύουσα του Βορρά).
15 Μεγάλο λιμάνι στη Βόρεια Κίτρινη Θάλασσα, αρκετά κοντά στο Πεκίνο.
16 Το συγκρότημα των αυτοκρατορικών ανακτόρων στο Πεκίνο.
17 Μία απόδοση το κινεζικού ονόματος είναι «¨Ένωση Αρμονίας και Δικαιοσύνης». Μυστική οργάνωση που οι Άγγλοι ονόμασαν «Μπόξερς» (=πυγμάχοι) λόγω της προσήλωσής τους στις ασιατικές πολεμικές τέχνες.
18 Πολιτικός που πρωταγωνίστησε στην πολιτική σκηνή της Κίνας μετά το θάνατο υο Μάο, στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και στις αρχές του 1980. Συνδέθηκε με το άνοιγμα της κινεζικής οικονομίας και κοινωνίας μετά από δεκαετίες από απομόνωσης. Αποσύρθηκε από την πολιτική σκηνή το 1992.
19 Η επίσημη επιστροφή του Χονγκ Κονγκ στη Κίνα ολοκληρώθηκε το 1997 μετά από 156 χρόνια βρετανικής κυριαρχίας.
20 Free Tibet : ΜΚΟ που ιδρύθηκε το 1987 κι έχει έδρα το Λονδίνο.