ΆρθροΑρχείο

Στην εξορία του εχινόκοκκου…

Η απέναντι όχθη του Βασίλη Καπετάνιου
 
Ο ήχος της καραμούζας του ταχυδρόμου σαν βέλος διέσχισε το πρώτο αλώνι και έστειλε το μήνυμα του μέχρι το τελευταίο σπίτι του χωριού. Στο κέντρο του αλωνιού πάνω στο μεγαλόσωμο μουλάρι ο κυρ Μιχάλης ο ταχυδρόμος, κάθε Κυριακή μοίραζε την αλληλογραφία. Οδοί και νούμερα δεν υπήρχαν στην κοινότητα. Η πλατεία, το αλώνι, η εκκλησία  το σχολείο ήταν τα σημεία αναφοράς. Ακόμα και η αλληλογραφία είχε ένα συλλογικό χαρακτήρα για τους κατοίκους.  Μπορεί κάθε γράμμα να είχε ατομικές πληροφορίες αλλά ο τρόπος με τον οποίο γινόταν η διανομή το έκανε εν μέρει γνωστό και στους άλλους. Όλοι ήξεραν περίπου τα νέα των άλλων.
 
-Μπάρμπα Βασίλη έλα, γράμμα από την Αυστραλία.
 
Ο μπάρμπα Βασίλης πήρε με μια στενοχώρια στο βλέμμα το γράμμα. Όλοι οι παρευρισκόμενοι ήξεραν χωρίς να διαβάσουν το γράμμα  ότι κάποιο παιδί του θα ετοιμαζόταν για να πάρει τον δρόμο της ξενιτιάς. Κάποιος συγγενής από την μακρινή Αυστραλία είχε στείλει την περιβόητη «πρόσκληση».  Αρχές της δεκαετίας του εξήντα  η Ελλάδα επούλωνε τις πληγές της από τον σπαραχτικό εμφύλιο πόλεμο. Αλλά είχε αρχίσει και μια καινούρια κατάρα αφαίμαξης. Έστελνε τα παιδιά της, εργατικό φόρο  στον Μινώταυρο της ξενιτιάς. Ελάχιστοι βρήκαν το Μίτο της Αριάδνης για την επιστροφή.  Οι φωνές όλων σταμάτησαν όταν εμφανίστηκε ο παπάς στην άκρη του αλωνιού. Η νεαρή Μαρία αγκαλιά με το σκύλο της πήγε και φίλησε το χέρι του παπά. Εκείνα τα χρόνια είχαν σε μεγάλο σεβασμό το ράσο οι κάτοικοι. Ήταν μεγάλη τιμή για αυτούς να πηγαίνει κάθε Κυριακή ο παπά Γιώργης  και να τους λειτουργάει. Σήκωσε το χέρι του ευλόγησε χαιρέτησε και συνέχισε το υπομονετικό του ταξίδι πάνω στον γαϊδαράκο του.
 
-Πατέρα ήρθε το γράμμα ; (Ρώτησε η Μαρία τον πατέρα της.)
 
-Ναι ήρθε ( βούρκωσε για μια στιγμή αλλά κρατήθηκε) και σου είπα να μην κρατάς το ζώο αγκαλιά ( με τον ψευτοθυμό διασκόρπισε την στενοχώρια του).
 
Την Κυριακή στο αλώνι του χωριού παρουσιάζονταν κατά κάποιο τρόπο οι εκπρόσωποι της εξουσίας. Ο ταχυδρόμος, ο παπάς και ο ενωμοτάρχης. Αστυνομικό τμήμα δεν υπήρχε στο χωριό, αλλά κάθε Κυριακή έκανε την προληπτική του βόλτα ο κυρ ενωμοτάρχης.  Στον εμφύλιο τούτο το χωριό  δεν είχε θύματα, δεξιοί και αριστεροί κράτησαν μια ισορροπία τρόμου. Κάποιοι είχαν χαρακτηρίσει το χωριό μικρή Μόσχα, έπρεπε λοιπόν να κάνει τον έλεγχο του για πιθανό κομμουνιστικό κίνδυνο!!!   Περπατούσε κυκλικά στις πέτρες του αλωνιού, διέγραφε ένα κύκλο με κέντρο τον κυρ Μιχάλη πάνω στο μουλάρι.  Το μαύρο διαπεραστικό του βλέμμα, μια στις πέτρες μία στους κατοίκους. Το ένα χέρι πάνω στο περίστροφο και το άλλο να στρίβει εμμονικά την μια άκρη του μουστακιού. Ολοκλήρωσε τον κύκλο, πήρε μια δυο ανάσες, δεν οσμίστηκε κομμουνιστικό κίνδυνο και άρχισε να πηγαίνει προς το καφενείο του χωριού. Στην έξοδο του αλωνιού συνάντησε την Μαρία και τον πατέρα της.
 
-Γεια σου κυρ Νωματάρχη ( του είπαν με μια φωνή, αλλά το σκυλί του γρύλισε θυμωμένα και τον εκνεύρισε, την εξουσία δεν την αμφισβητούν ούτε τα ζώα)
 
-Πως το λέν το κουταβ κοπλιά;
 
-Λάικα* *( του απάντησε η νεαρή Μαρία).
 
-Να τ’ αλλάξεις αμέσιως είναι κομμουνιστικό ….
 
Της ήρθε στο μυαλό να του πει ότι σκεφτόταν να το βγάλει Φρειδερίκη. Την σταμάτησε το διακριτικό σπρώξιμο του πατέρα της, ήξερε την κοφτερή της γλώσσα. Συνέχισαν βουβοί το δρόμο τους. Δεν ήθελε ο μπάρμπα Βασίλης να δώσει συνέχεια σε ένα αστείο επεισόδιο. Εκείνη την εποχή για να πας μετανάστης από τις αρμόδιες υπηρεσίες έπρεπε να διαθέτεις πιστοποιητικό υγείας και πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων. Ο μπάρμπα Βασίλης και η κόρη του μετά από ένα κοπιαστικό ταξίδι πεζοπορίας και τρένου έφτασαν στο προξενείο της Αυστραλίας στην Μεγάλη Πόλη. Εκεί ξένοι γιατροί έκαναν τις απαραίτητες εξετάσεις, τα υπόλοιπα  χαρτιά θα τα ρύθμιζαν οι ανάλογες υπηρεσίες. Αυτοί απλά θα περίμεναν αν είχε εγκριθεί ή όχι η αίτηση μετανάστευσης.
 
Μετά από εβδομάδες έφτασε η απάντηση με την καραμούζα του κυρ Μιχάλη στο Ορεινό Χωριό. Ο ταχυδρόμος με την εμπειρία χρόνων ήξερε πιο γράμμα έχει θετική και πιο απορριπτική απάντηση έτσι όπως τα έπιανε στο χέρι. Προφανώς οι  απορριπτικοί  φάκελοι   είχαν λιγότερα έντυπα μέσα.
 
-Δεν πειράζει Βασίλη, καλύτερα που δεν φεύγει το κορίτσι. Τον ρήμαξε  τον τόμο η ξενιτιά.
 
Ο ενωμοτάρχης είχε ήδη ξεκινήσει την δεξιόστροφη προληπτική του βόλτα στο αλώνι. Το αυτί του έπιασε την κουβέντα του ταχυδρόμου.  Αμέσως διακόπτει την κυκλική του πορεία και διαγράφει μια νευρώδη ακτίνα κύκλου με κέντρο τον κύρ Μιχάλη.
 
-Βασίλη απορρίφθηκ΄ η αίτηση της κοπλιάς;   
 
-Δεν ξέρω κυρ νωματάρχη μου δεν τον άνοιξα τον φάκελο ακόμα.
 
-Μπορώ να τον ανοίξ΄ ιγώ. ( και ήδη είχε βουτήξει τον φάκελο) .
 
-Ναι μπορείς κυρ νωματάρχη ( ενώ ήδη εκείνος τον άνοιγε).
 
Άνοιξε τον φάκελο ο νωματάρχης αλλά δεν κατάλαβε τίποτα γιατί ήταν γραμμένο στα αγγλικά. Μόνο εκείνη η κόκκινη πλάγια  γραμμή σήμαινε όχι.
 
-Απορρίφθηκ΄ Βασίλη, αλλά γιατί απορρίφθηκ΄;. Θα πρέπει να διερευνηθεί υπηρεσιακώς, Και το λυσσιασμένο κουτάβ το έλεγε Λάικα η κόρ΄  σου ε; Τελικά δεν ξέρουμε τίποτα και για κανένα.  ( Μέσα στα μάτια του η κόκκινη γραμμή του απορρίπτεται είχε γίνει ένας τεράστιος κόκκινος φράχτης, πίσω από τον οποίο  συνωμοτούσαν ο Βασίλης η Μαρία και η Λάικα. Ο κομμουνιστικός κίνδυνος ήταν ορατός.)
 
-Ξέρουμε τέκνον μου ότι σε αυτό το χωριό οι άνθρωποι ήταν μονιασμένοι και δεν χύθηκε αδελφικό αίμα ( Του είπε ο παπάς , αντιλήφθηκε την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα και παρενέβη την κατάλληλη στιγμή. Συγκρατώντας με δύναμη τον γάιδαρο του από τα γκέμια γιατί και αυτός είχε θυμώσει με τον ενωμοτάρχη.)
 
-Παπά ο καθένας την δουλειά του.
 
Ο μπάρμπα Βασίλης γύρισε στο σπίτι του χαρούμενος γιατί το παιδί του δεν θα έφευγε αλλά και ανήσυχος για τα λόγια του ενωμοτάρχη.
 
-Παιδί μου απορρίφθηκε η αίτηση σου για Αυστραλία ( η Λάικα γρύλισε χαρούμενα στην αγκαλιά της νεαρής Μαρίας) . Αλλά ο νωματάρχης υποψιάστηκε ότι κάτι δεν πήγε καλά με τα κοινωνικά φρονήματα.
 
-Και ήταν ανάγκη να του δείξεις το χαρτί. ( Του είπε αυστηρά η γυναίκα του.)
 
-Ήταν εκεί και το άνοιξε μόνος του…. Και σου είπα μην βάζεις τον σκύλο μέσα στο σπίτι (πάλι το σκυλάκι τον βοήθησε να ξεπεράσει την θυμωμένη αμηχανία του).
 
-Να στείλουμε το κορίτσι στην Τρίπολη στην αδελφή της, να ξεχαστεί το θέμα. Μια κουβέντα ο νωματάρχης διακόσιες οι ρουφιάνοι.
 
Την άλλη μέρα το απομεσήμερο η κόρη είχε φτάσει έξω από την ιδιωτική κλινική του νονού της αδελφής της. Η γραμματέας στην είσοδο την αναγνώρισε.
 
-Μόλις μπήκε στο ασανσέρ η Μίμα, πάει τους φακέλους στον νον…στον κύριο διευθυντή.
 
Η Μαρία πρόσεξε ότι το ασανσέρ σταμάτησε στον πρώτο όροφο. Ο διευθυντής  ήταν στον τρίτο. Παρατάει την χαρτοξύλινη βαλίτσα και παίρνει τρέχοντας τα σκαλιά. Το ασανσέρ έκανε στάση και στον δεύτερο. Πριν ανοίξει την πόρτα στον τρίτο η Μίμα  βλέπει έκπληκτη την αδελφή της να πέφτει στην αγκαλιά της.  Αποτραβήχτηκε αμέσως από την αδελφή της γιατί την έπιασε ένας έντονος βήχας μαζί με δύσπνοια. Ήταν τόσο έντονος ο βήχας που βγήκε έξω ο γιατρός ο διευθυντής της κλινικής.
 
-Μίμα πιάσε χαρτοβάμβακο και ένα ποτήρι νερό. Μαράκι, αν σου έρχονται και βλέμματα βγάλε τα.
 
Η Μαρία έβγαλε και βλέμματα, κοκκίνισε από ντροπή όταν της πήρε το χαρτί ο γιατρός.
 
-Νονέ θα τα πετάξω εγώ. (Του είπε με πνιγμένη φωνή, εκείνος εξέταζε τις εκκρίσεις)
 
-Έχεις κοντινή επαφή με κάποιο ζώο;
 
-Μόνο με την σκυλίτσα μου την Λάικα.
 
-Μαράκι ήρθες για ξεκούραση αλλά πρέπει να κάνουμε αμέσως εξετάσεις.
 
Στο καφενείο του χωριού ο μπάρμπα Βασίλης έπινε το ένα ούζο μετά το άλλο, η καραμπίνα ακόμα ζεστή ανάμεσα στα πόδια του, στο βλέμμα του θρήνος. Πριν από λίγο όταν του ήρθαν τα νέα από το νοσοκομείο με τον κυρ Μιχάλη πάλι, σκότωσε την άρρωστη Λάικα που μόλυνε την κόρη του. Έπινε το τρίτο ούζο ξεροσφύρι όταν εμφανίστηκε ο ενωμοτάρχης.
 
-Που είν΄  η κόρ΄ σου και το κουμμουνιστοκουτάβ’ της; (Του είπε με ένα τόνο ειρωνείας και σαφούς απειλής στην φωνή του.)
 
-Εξορία!!! ( Του ανταπάντησε με ένα βλέμμα γεμάτο θυμό. Τρόμαξε ο νωματάρχης, είδε και την καραμπίνα, χάιδεψε αντανακλαστικά το περίστροφο.)
 
-Πως είναι δυνατόν και δεν ενημερώθην υπηρεσιακώς.  Σε ποια νήσον εστάλει για αναμόρφωσην;
 
-Στην κλινική του κουμπάρου μου!
 
-Βασίλ μί κοροϊδεύεις ;Πως είν εξορία ίκεί;
 
-Αριστερός εχινόκοκκος πως σου ξέφυγε κομμουνιστοκυνηγέ ;  Η μακαρίτισσα η  Λάικα (ένα δάκρυ έσβησε πάνω στην καυτή κάνη )  της γέμισε το αριστερό πνευμόνι εχινόκοκκους παρά λίγο να την χάσουμε ….. Κάτσε να σε κεράσω ( ο νωματάρχης γούρλωσε τα μάτια ) αν δεν ήσουν εσύ και οι βλακείες της εξουσίας δεν θα το έστελνα το κορίτσι μου στην Τρίπολη και θα το έχανα μέσα στο σπίτι μου.
 
 
 
*Η ιστορία έχει πολλά φανταστικά στοιχεία αλλά στηρίχθηκε σε πραγματικά γεγονότα όπως τα διηγήθηκε η μητέρα μου Μαρία.  Ένας  εχινόκοκκος διαγνωσμένος από ξένους γιατρούς απέτρεψε την μετανάστευση της  στην Αυστραλία. Η ερμηνεία της απόρριψης της, μέχρι να διαγνωσθεί  κατά τύχη ή νόσος, ήταν πιθανή απώλεια κοινωνικών φρονημάτων από κάποιους . Πανάρχαια αρετή του Έλληνα να βλέπει και να ερμηνεύει την συμπεριφορά του άλλου με τα μάτια του φθόνου.
 
**Λάικα ήταν το όνομα του αδέσποτου σκύλου που έστειλαν οι Σοβιετικοί στο διάστημα.