Ψήφισμα κατά της αξιολόγησης από τους Υπαλλήλους της ΠΕ Αργολίδας
Ο Σύλλογος Υπαλλήλων Περιφερειακής Ενότητας Αργολίδας αμφισβητεί τις διαδικασίες αξιολόγησης θεωρώντας τες αντισυνταγματικές και γι’ αυτό στη Γενική Συνέλευση που πραγματοποιήθηκε στις 19.06.14, υιοθέτησε ομόφωνα το παρακάτω Ψήφισμα:
ΨΗΦΙΣΜΑ
Στις 26 Μαρτίου 2014 δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ο νόμος 4250/2014 «Διοικητικές Απλουστεύσεις- Καταργήσεις, Συγχωνεύσεις Νομικών Προσώπων και Υπηρεσιών του Δημοσίου Τομέα- Τροποποίηση Διατάξεων του π.δ. 318/1992 (Α 161) και λοιπές ρυθμίσεις». Στον ανωτέρω Νόμο συμπεριελήφθησαν και διατάξεις οι οποίες τροποποιούν τις αντίστοιχες του Π.Δ. 318/1992, που αφορούν στην αξιολόγηση του προσωπικού των δημοσίων υπηρεσιών και πλέον διαμορφώνονται ανώτατα ποσοστά υπαλλήλων, που είναι δυνατόν να βαθμολογούνται με συγκεκριμένη κλίμακα βαθμών ως εξής: ««…α. Με τους βαθμούς 9 έως 10 βαθμολογείται ποσοστό έως και 25% των υπαλλήλων β. Με τους βαθμούς 7 έως 8 βαθμολογείται ποσοστό έως και 60% των υπαλλήλων γ. Με τους βαθμούς 1 έως 6 βαθμολογείται ποσοστό έως και 15% των υπαλλήλων». Τα ανωτέρω ποσοστά καθορίζονται με απόφαση των Προϊσταμένων Γενικής Διεύθυνσης λαμβάνοντας υπόψη τα κατωτέρω:
(α) αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα των μονάδων,
(β) αρμοδιότητες οργανικών μονάδων σε σχέση με τις προτεραιότητες της ασκούμενης πολιτικής και
(γ) κατανομή των υπαλλήλων ανά οργανική μονάδα.
Είναι προφανές ότι η ανωτέρω διαδικασία αξιολόγησης –η οποία εγείρει σαφή ερωτήματα Συνταγματικότητας όπως προκύπτει και από τη σχετική έκθεση της Επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής που συνετάχθη αναφορικά με τον ν.4250/2014 τμήμα της οποίας παρατίθεται κατωτέρω – δεν αποτελεί μια προσπάθεια αντικειμενικής και ουσιαστικής αξιολόγησης των υπαλλήλων του Δημοσίου με στόχο τη βελτίωση της αποδοτικότητας των ιδίων, των παρεχομένων υπηρεσιών στους πολίτες και γενικότερα την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, αλλά κατάταξη των υπαλλήλων σε κατηγορίες καθώς:
· τα ανωτέρω κριτήρια είναι άσχετα προς τις ικανότητες και την απόδοση των αξιολογουμένων
και
1
· έχει ορισθεί εκ των προτέρων ο αριθμός των υπαλλήλων που μπορεί να λάβει συγκεκριμένη βαθμολόγηση (ακόμα και εάν κάποιοι υπάλληλοι είναι άριστοι ή πολύ καλοί θα πρέπει να βαθμολογηθούν με κατώτερο βαθμό για να τηρηθούν τα όρια της ποσόστωσης). Με την ανωτέρω διαδικασία οι αξιολογητές –καταπατώντας κάθε έννοια δικαιοσύνης και αντικειμενικότητας- υποχρεούνται στην τήρηση των ανώτατων ποσοστών ανά κλίμακα βαθμολόγησης που τους επιβάλλονται –σε αντίθετη περίπτωση διώκονται πειθαρχικά- με αποτέλεσμα τη στρέβλωση της διαδικασίας και βαθμολόγηση που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματική απόδοση των εργαζομένων.
Σημειώνεται ότι, δικαίωμα ένστασης έχει μόνο η κατηγορία των υπαλλήλων που θα λάβουν μέσο όρο βαθμού αξιολόγησης 6 ή λιγότερο. Αντίθετα οι εργαζόμενοι που θα λάβουν μέσο όρο βαθμολογίας ανώτερη της προαναφερθείσας δε διατηρούν κανένα δικαίωμα ένστασης-αντίδρασης. Επιπλέον, βάση ποιών στοιχείων θα εκδοθεί η απόφαση επιμερισμού των ποσοστών ανά κλίμακα βαθμολόγησης όταν μεταξύ άλλων:
· υπάρχει ακόμα ασάφεια στην τελική κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των ΟΤΑ Α’ βαθμού, Β’ βαθμού και των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων. Όπως είναι γνωστό έχει αναβληθεί η ανάληψη νέων αρμοδιοτήτων από τους ΟΤΑ Α’ βαθμού οι οποίες τους είχαν ανατεθεί με το νόμο του Καλλικράτη, λόγω της αδυναμίας τους να ανταπεξέλθουν σε αυτές (έλλειψη προσωπικού, πόρων, τεχνογνωσίας κτλ) με αποτέλεσμα να έχει προταθεί και τροποποίηση του ανωτέρω νόμου,
· δεν έχει πραγματοποιηθεί αξιολόγηση των δομών των Περιφερειών και εκκρεμεί η έκδοση νέων οργανογραμμάτων,
· δεν έχουν οριστεί συγκεκριμένοι στόχοι ανά Υπηρεσία όσο και απαραίτητος αριθμός των υπαλλήλων σε κάθε μία από αυτές για την επίτευξή τους,
· δεν υπάρχουν περιγραφές θέσεων εργασίας ούτε στοχοθεσία για τους υπαλλήλους των Περιφερειών,
· οι προτεραιότητες της ασκούμενης πολιτικής δεν έχουν αποτυπωθεί σε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο σε συνάρτηση με τις δυνατότητες των Υπηρεσιών να το εκτελέσουν. Επιπλέον με την ανάληψη των νέων Περιφερειακών αρχών από την 1/9/2014 θα συνταχθεί νέο επιχειρησιακό πρόγραμμα δράσης πενταετούς διάρκειας. Επομένως, μέχρι και την κατάρτισή του, δεν είναι εφικτή η αποτύπωση των προτεραιοτήτων της ασκούμενης πολιτικής σε περιφερειακό επίπεδο,
· όλοι οι αξιολογητές είναι τοποθετημένοι προσωρινά χωρίς να έχουν περάσει καμία διαδικασία αξιολόγησης για την ικανότητά τους να κατέχουν αντίστοιχες θέσεις, με αποτέλεσμα να εγείρονται ερωτήματα στο κατά πόσον είναι ικανοί να κρίνουν σωστά και αντικειμενικά τους υφιστάμενους τους.
Δεδομένων των ανωτέρω τίθενται ερωτήματα για το σκοπό προώθησης της ανωτέρω διαδικασίας που δεν οδηγεί -όπως θα έπρεπε- στην κατεύθυνση της δημιουργίας αποτελεσματικής και αποδοτικής Δημόσιας Διοίκησης προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος και του πολίτη, αλλά μόνο:
2
• στη δημιουργία κατηγοριών υπαλλήλων που μελλοντικά θα μπορούσαν να ενταχθούν στις διαδικασίες κινητικότητας – απόλυσης,
• να καθηλωθεί μισθολογικά η πλειοψηφία των Δημοσίων Υπαλλήλων με βάση τη σύνδεση της αξιολόγησης με το νέο ενιαίο Βαθμολόγιο – Μισθολόγιο,
• να διαλυθεί κάθε έννοια συλλογικότητας με τη δημιουργία προστριβών μέσα στις υπηρεσίες, τόσο μεταξύ των υπαλλήλων όσο και μεταξύ υπαλλήλων και διευθυντών, με αποτέλεσμα τη δημιουργία κλίματος διάλυσης των Δημοσίων Υπηρεσιών, με ότι αυτό συνεπάγεται για τη προάσπιση του Δημοσίου συμφέροντος. Κατόπιν των ανωτέρω εμείς οι Υπάλληλοι της Π.Ε. Αργολίδας
δηλ ώνουμε αντίθετοι στην ανωτέρω προσχηματική «αξιολόγηση» και απέχουμε από κάθε σχετική διαδικασία
Κα λ ο ύ μ ε τον κ. Περιφερειάρχη και το Περιφερειακό Συμβούλιο να καταδικάσει την ανωτέρω διαδικασία και να αποτρέψουν τόσο την έκδοση αποφάσεων επιμερισμού των ανώτατων ποσοστών ανά κλίμακα βαθμολόγησης, όσο και τη προώθηση κάθε άλλης σχετικής διαδικασίας (π.χ. παράδοση εκθέσεων αξιολόγησης στους υπαλλήλους).
Κα λ ο ύ μ ε τόσο την Δευτεροβάθμια (ΟΣΥΑΠΕ) όσο και την Τριτοβάθμια (ΑΔΕΔΥ)
Συνδικαλιστικές μας οργανώσεις να προβούν σε όλες τις απαραίτητες διοικητικές – νομικές ενέργειες στην κατεύθυνση κατάργησης των σχετικών με τον ορισμό ανώτατων ποσοστών ανά κλίμακα βαθμολόγησης διατάξεων.
3
Η θέση που διατύπωσε η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής στην σχετική έκθεση, που συνέταξε αναφορικά με τον ν.4250/2014 είναι η κατωτέρω:
«Όπως έχει παγίως κριθεί από την νομολογία κατά την ερμηνεία των ανωτέρω διατάξεων (….) βασικές αρχές και κατευθύνσεις του συστήματος αξιολόγησης είναι η αντικειμενική και αμερόληπτη στάθμιση βάσει σαφώς προσδιορισμένων κριτηρίων της επαγγελματικής ικανότητας και καταλληλότητας των υπαλλήλων σε σχέση με το αντικείμενο της εργασίας τους και τα καθήκοντα τους αλλά και της απορρέουσας από το Σύνταγμα (άρθρο 5) αρχή της αξιοκρατίας (…) η δε βαθμολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων πρέπει να γίνεται πάντοτε μετά από αντικειμενική και ουσιαστική αξιολόγηση και κρίση τους από τα αρμόδια όργανα (ΣτΕ 1667-9/2022 βλ. και ΣτΕ 1670/2002 Διοικ ΕφΑθηνών 788/2011, ΔιοικΕφΑθ 88/2010, βλ. επίσης άρθρο 81 παρ.1 του ν, 3528/2007 «Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ΝΠΔΔ (…) Υπό το φως των ανωτέρω, δημιουργείται προβληματισμός ως προς το αν η αναγκαιότητα επιβολής των προτεινόμενων ποσοστώσεων για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νόμο σκοπού είναι εμφανής και σαφώς διαγνώσιμη, ώστε να συνιστά αναλογικό, σύμφωνο με το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος, περιορισμό του δικαιώματος των δημοσίων υπαλλήλων να εξελίσσονται και να αξιολογούνται βάσει σαφώς προσδιορισμένων κριτηρίων επαγγελματικής ικανότητας και καταλληλότητας, σε σχέση προς το αντικείμενο της εργασίας τους και τα καθήκοντα τους, συμφώνως και προς την συνταγματικώς κατοχυρωμένη στο άρθρο 103 παρ.7 του Συντάγματος αρχή της αξιοκρατίας δεδομένου, ότι η βαθμολογία, που προτείνεται να λαμβάνει κάθε υπάλληλος δεν θα συναρτάται προς την ατομική του αξία, τις ικανότητες και τις επιδόσεις του κατά την άσκηση των υπηρεσιακών του καθηκόντων αλλά προς το προκαθορισμένο ποσοστό ανά κλίμακα βαθμολόγησης (πρβλ. και ΣτΕ 1917/1998)».