Παράνομοι οι όροι στα στεγαστικά δάνεια και τους λογαριασμούς
Ελάχιστοι γνωρίζουν ότι έχει εκδοθεί απόφαση από τα Ελληνικά Δικαστήρια από το έτος 2003, αναφορικά με τα ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΑ ΔΑΝΕΙΑ, η οποία κάνει την διαφορά, γιατί ισχύει και είναι εκτελεστή ως προς όλες τις Τράπεζες
Επιπλέον για κάθε παράβαση της απόφασης έχει οριστεί χρηματική ποινή 3.000 ευρώ.
Με την απόφαση αυτή διαπιστώνονται 15 παράνομοι όροι που οδηγούν σε αυθαίρετες χρεώσεις, αδιαφάνεια και υπονόμευση των δικαιωμάτων των δανειοληπτών. Αξιοσημείωτο είναι ότι, η απόφαση παράγει τα αποτελέσματά της έναντι πάντων και αν δεν ήταν διάδικοι και επομένως όσα αυτή καθορίζει ισχύουν και για τις άλλες Τράπεζες. Έτσι, σύμφωνα με την απόφαση αυτή, στα στεγαστικά δάνεια, παράνομοι και καταχρηστικοί θεωρούνται οι κάτωθι όροι και πρακτικές:
– Η είσπραξη από τη Τράπεζα για τη χορήγηση του δανείου εξόδων χρηματοδότησης, ύψους 1% επί του ποσού του δανείου
– Η είσπραξη εξόδων φακέλου
– Η αξίωση της Τράπεζας, σε περίπτωση πρόωρης εξόφλησης δανείου, να καταβάλει ο δανειολήπτης ποσό ύψους 2,5% επί του ποσού που αφορά την πρόωρη προεξόφληση, σε δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο. Για τις περιπτώσεις προεξόφλησης δανείου με σταθερό επιτόκιο υπάρχουν αποφάσεις του Α.Π. και της Ολομέλειας που θέτουν κι εκεί περιορισμούς.
– Η δυνατότητα της Τράπεζας να προσαρμόζει μονομερώς το επιτόκιο σε δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο, δίχως η προσαρμογή αυτή να είναι σε συνάρτηση με κάποιο εύλογο κριτήριο ή να αξιώνει την επιστροφή του δανείου αν ο δανειολήπτης δεν αποδεχθεί την προσαρμογή
– Η δυνατότητα της Τράπεζας να καταγγέλλει τη σύμβαση σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οποιασδήποτε δόσης
-Η εκχώρηση από τον δανειολήπτη των μισθωμάτων του ακινήτου στην Τράπεζα για την πρόσθετη διασφάλισή της
– Η επιφύλαξη της δυνατότητας είσπραξης από την Τράπεζα προμήθειας κατά τη διάρκεια του δανείου.
Κι επειδή σε μία σύμβαση στεγαστικού δανείου εκτός από τον οφειλέτη δανειολήπτη, η τράπεζα αξιώνει και την ύπαρξη εγγυητή ο οποίος επίσης δεσμεύεται από την τράπεζα, έχουν κριθεί καταχρηστικοί οι εξής όροι:
-Να μην ελευθερώνεται ο εγγυητής αν η Τράπεζα από δικό της πταίσμα δεν μπόρεσε να ικανοποιηθεί από τον δανειολήπτη ή αν η Τράπεζα παραιτήθηκε από άλλες ασφάλειες που υπήρχαν στο δάνειο,
– Να διαιωνίζεται η ευθύνη του εγγυητή ακόμα και όταν η Τράπεζα δεν επιδιώκει σε ορισμένες προθεσμίες δικαστικά την ικανοποίησή της από τον δανειολήπτη, παρότι η οφειλή είναι ληξιπρόθεσμη.
Με διαφορετική απόφαση του Αρείου Πάγου, κρίθηκε καταχρηστικός ο όρος, κατά τον οποίον, η Τράπεζα υπολογίζει τους τόκους με έτος 360 ημερών, αντί 365 ή 366, με αποτέλεσμα να επιβαρύνεται ο δανειολήπτης με επιπλέον ποσοστό επί του επιτοκίου για κάθε ημέρα του χρόνου.
Μεγάλης σημασίας είναι η παραδοχή άλλης εφετειακής απόφασης που κρίνει καταχρηστικό τον όρο στην περίπτωση στεγαστικού δανείου κατασκευής ή ανέγερσης κατοικίας, που ορίζει ότι το δάνειο κατατίθεται σε δεσμευμένο λογαριασμό και, ενώ ο δανειολήπτης το αναλαμβάνει τμηματικά, ανάλογα με τη πρόοδο των εργασιών, επιβαρύνεται με τους τόκους όλου του δανείου από την ημέρα που κατατίθεται το ποσό στον δεσμευμένο λογαριασμό. Το αποτέλεσμα είναι ο δανειολήπτης να πληρώνει αδικαιολόγητα τόκους για κεφάλαια του δανείου τα οποία στην πραγματικότητα δεν έχουν περιέλθει σ’ αυτόν.
Καταχρηστικοί όροι έχουν επίσης διαπιστωθεί και στις συμβάσεις ΚΑΤΑΘΕΤΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ. Με αποφάσεις του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, κρίθηκαν καταχρηστικοί 14 όροι που προβλέπουν την επιβολή προμηθειών ή εξόδων για τραπεζικές εργασίες ή προβλέπουν αυθαιρεσίες στη διαμόρφωση των επιτοκίων. Μερικοί από αυτούς τους όρους δεν ισχύουν πλέον, κάποιοι άλλοι όμως εξακολουθούν να εφαρμόζονται από τις τράπεζες.
Οι καταχρηστικοί αυτοί όροι που αφορούν τους καταθετικούς λογαριασμούς είναι οι εξής:
– Η επιβολή προμήθειας για κατάθεση στο λογαριασμό τρίτου (το γνωστό σε όλους 1,40 ευρώ)
– Η επιβολή εξόδων κίνησης σε λογαριασμούς ταμιευτηρίου ή τρεχούμενους (0,80 ευρώ ανά κίνηση μετά την τέταρτη κίνηση κάθε μήνα)
– Η επιβολή επιβάρυνσης στον δανειολήπτη 50 ευρώ για τη χορήγηση από την Τράπεζα βεβαίωσης οφειλών
– Η επιβολή εξόδων τήρησης και παρακολούθησης στους λογαριασμούς καταθέσεων
– Η μονομερής μεταβολή των όρων λειτουργίας των λογαριασμών καταθέσεων
-Ο μονομερής καθορισμός των ημερών δέσμευσης, διαθεσιμότητας και μετάθεσης της έναρξης τοκοφορίας αναφορικά με ποσά που κατατίθενται
-Η επιβολή εξόδων αδράνειας (0,60 ή 1,00 ευρώ ανά μήνα) σε καταθετικούς λογαριασμούς που παραμένουν ακίνητοι για διάστημα μεγαλύτερο των 18 μηνών
– Ο περιορισμός ευθύνης της Τράπεζας σε περίπτωση που γίνει παράνομη χρήση του απωλεσθέντος ή κλαπέντος βιβλιαρίου καταθέσεως.
Ο δανειολήπτης που αναγνωρίζει την ύπαρξη των καταχρηστικών όρων στην δική του δανειακή σύμβαση, μπορεί να αρνηθεί την εκπλήρωσή τους, δηλώνοντας προς την τράπεζα την καταχρηστικότητά τους με εξώδικη δήλωση.
Αναστασία Μήλιου, δικηγόρος παρ’ εφέταις Αθηνών