ΆρθροΑρχείο

Παλιές ιστορίες με δυο γυναίκες και διακοπές

Κάποτε είχα μια παράξενη – και επικίνδυνη δουλειά– και γύρναγα όλον τον κόσμο σαν την άδικη κατάρα. Απέδιδε όμως και συνέχιζα, αν και είχα βαρεθεί να έχω πάντα το δισάκι μου στον ώμο και… άντε πάμε γι’ αλλού. Όπως καταλαβαίνετε, –αν δεν το ’χετε κάνει, πολύ φοβάμαι ότι δεν καταλαβαίνετε,– από καιρού εις καιρόν είχα ανάγκη από διακοπές. Να απλώσω την αρίδα μου και να μην κάνω τίποτα, να βγάλω τα ρούχα μου απ’ την βαλίτσα και να τα πλύνω, να τα αερίσω, –όχι, δεν τα καλομάθαινα, δεν τα σιδέρωνα ποτέ! Ούτε τον χρόνο είχα ούτε τα μέσα,– μα αισθανθώ κι εγώ ότι έχω μια μόνιμη βάση, μια ταχυδρομική διεύθυνση. Τότε τα e-mail δεν υπήρχαν ή, αν υπήρχαν, δεν ήταν τόσο διαδεδομένα και την αλληλογραφία μας την έφερνε ο ταχυδρόμος στο σπίτι.

 

Κάποτε λοιπόν χώρισα απ’ την πρώτη γυναίκα μου και πήρα μια δεύτερη, που ήταν γερμανίδα. Ας πρόσεχα, θα μου πείτε, αλλά δεν είχα παράπονο, μέχρι που τέλειωσε το πανεπιστήμιο και την χώρισα κι αυτή. Ένα καλοκαίρι που βρεθήκαμε με την δεύτερη γυναίκα μου στην Ελλάδα, αποφάσισα να πάμε σ’ ένα νησί και διαλέξαμε την Ίο, όπου είχα και κάτι γνωστούς. Πριν φύγουμε, πέρασα να δω και τα παιδιά μου, απ’ τον πρώτο γάμο και είδα και την πρώτη γυναίκα μου μαζί με τα παιδιά. Φαινόταν κουρασμένη και σκέφτηκα ότι καλό θα της έκαναν μερικές μέρες στο νησί και την προσκάλεσα, αφού διαπίστωσα ότι, με την δεύτερη γυναίκα μου, είχαν γίνει οι καλύτερες φιλενάδες. Πώς στην ευχή ταίριαξαν έτσι; Και…

 

…Την άλλη μέρα 2 γυναίκες, –η μία πρώην και η άλλη τότε,–  3 παιδιά κι εγώ πήραμε το πλοίο για την Ίο. Αφού έδεσα τα παιδιά γερά σ’ ένα κάγκελο, μ’ ένα λουρί που είχα πάρει επί τούτου μαζί μου, για να μην μου πέσει κανένα στη θάλασσα και το βγάλει κιμά η προπέλα, ησύχασα. Όταν φτάσαμε, πιάσαμε δυο τρίκλινα σ’ ένα ξενοδοχείο, πάνω στο κύμα, όπου τα νερά ήταν ρηχά, για να μην φυλάω… σκοπιά όλη μέρα, αρχίσαμε τις διακοπές μας με ολοήμερο μπάνιο, ξάπλες στην σκιά, αφού αντιπαθώ τον ήλιο και καλό φαΐ.

 

Καλά τα πηγαίναμε και οι δυο γυναίκες, δεν σταμάταγαν να κουβεντιάζουν. Τι στην οργή λέγανε; Μόλις την προηγούμενη μέρα είχαν γνωριστεί! Πού έβρισκαν τα κοινά θέματα και ενδιαφέροντα; Απορία μου. Και οι μέρες πέρναγαν όμορφα και ειρηνικά. Η πρώτη γυναίκα μου δεν παρέλειπε να μου λέει πολλές φορές κάθε μέρα πόσο ευγνώμων ήταν που τις είχα πάρει μαζί, γιατί όπως έλεγε, τα παιδιά χρειαζόντουσαν διακοπές. Μου τα είχε ζαλίσει με τις ευχαριστίες της και την σταμάτησα με μια απειλή:

«Άκου, γλυκιά μου. Αν με ευχαριστήσεις άλλη μια φορά, σε μπαρκάρω για Αθήνα, να βρω την ησυχία μου» της είπα και δεν με ευχαρίστησε πάλι.

 

Μια μέρα λοιπόν, ξάπλα εμείς στην αμμουδιά, τα τρία παιδιά έπαιζαν ήσυχα λίγο πιο ’κεί, επειδή είχα βαρεθεί ν’ ακούσω την πάρλα τους όλη μέρα, τις είχα χωρίσει. Είχα μία στα δεξιά μου και μία στα αριστερά μου και τους είχα συστήσει να απολαύσουν την ηρεμία και την σιωπή, –μόνο κάτι βάρκες, που πέρναγαν ανοιχτά, έσπαζαν την απόλυτη ησυχία. Αλλά ξαφνικά εγώ ήμουν εκείνος που μίλησε και είπα μακαλία! Τι είπα; Έλα ντε! Πώς μου ήρθε; Αλλά μπαϊλντισμένος απ’ την ζέστη, περί ώραν 19:00, δεν σκεπτόμουνα και είπα:

«Στα αριστερά μου έχω την πρώτη μου γυναίκα, στα δεξιά μου την δεύτερη και στο μυαλό μου την τρίτη», που ήταν βλακεία περιωπής και casus belli (αιτία πολέμου) που, φυσικά, ξέσπασε αμέσως.

 

Αγρίεψαν και οι δύο, συμμάχησαν κι άρχισαν να με κακολογούν. Έχετε δει ποτέ γερμανίδα θυμωμένη; Αργούν να θυμώσουν, αλλά όταν θυμώνουν, άστε τα να πάνε κατ’ ανέμου. Ψύχραιμος εγώ, όπως πάντα, προσπάθησα να τις ηρεμήσω και να εξηγήσω ότι ένα ατυχές καλαμπούρι ήταν. Άμα είσαι στη θάλασσα απ’ τις 09:00 το πρωί μέχρι τις 19:00, ε, δεν μπορείς να σκεφτείς και πολύ λογικά, πώς να το κάνουμε τώρα; Δεν γινότανε τίποτα και οι προσπάθειές μου να τις ηρεμήσω, λες και άναβαν περισσότερο το μένος τους.

 

Δεν ήξερα τι να κάνω. Τότε ήταν που αποφάσισα να διασπάσω το μέτωπο. Καλή στρατιωτική τακτική είν’ αυτή, φτάνει να μπορείς να το κάνεις. Πίστευα ότι μπορούσα. Παίρνω την πρώτη γυναίκα μου παράμερα, να μην ακούει η δεύτερη και της λέω:

«Εσένα, βρε ούφο, τι σε νοιάζει τι κάνω εγώ με την Μπεττίνα κι αν την χωρίσω για να πάρω τρίτη; Εσένα ό,τι ήταν να σου συμβεί, σου έχει ήδη συμβεί, οπότε γιατί ενδιαφέρεσαι;» Το κατάλαβε και ηρέμησε.

 

Αμέσως μετά παίρνω παράμερα την δεύτερη, να μην ακούει η πρώτη:

«Ο καλύτερος τρόπος για να υπάρξει τρίτη είναι αυτός που ακολουθείς τώρα. Πόσο νομίζεις ότι θ’ αντέξω την γκρίνια σου; Λάβε τα μέτρα σου λοιπόν και μην τα παίρνεις όλα σοβαρά και τοις μετρητοίς». Τέλος των εχθροπραξιών!

 

Ξαπλώσαμε πάλι στην άμμο, όπως ήμαστε πριν και οι δυο φιλενάδες άρχισαν να με τσιμπάνε, όπως τις είχα αγκαλιά, να τρίβονται πάνω μου και να με ρωτάνε πώς την φανταζόμουνα την τρίτη γυναίκα μου. Δεν έλεγα, αφού δεν το είχα σκεφτεί το θέμα, αλλά επιμένανε. Για να βρω την ησυχία μου, είπα:

«Πάω στη χώρα, να βρω και να φέρω μία, για να καταλάβετε πώς την θέλω την επόμενη και την νύχτα θα «παίξουμε» όλοι μαζί. Κάθισαν πάνω μου και οι δύο και δεν μ’ άφηναν να σηκωθώ. Έτσι, με γέλια και καλαμπούρια, μαζέψαμε τα παιδιά μας και πήγαμε για ντους και φαγητό και τα περάσαμε όμορφα, όμορφα, όμορφα.

 

ο θείος Τάκης  Παναγιώτης Περράκης

 

Το κείμενο που διαβάσατε ήταν μια προσφορά

της Αρτοποιίας-Ζαχαροπλαστικής «Αλεύρι & Ζάχαρη», Σιδηράς Μεραρχίας 26, Ναύπλιο, με πάντα φρέσκα προϊόντα και αγνά υλικά. Σας συστήνω να δοκιμάσετε τα νέα προϊόντα τους: Εξαιρετικά σάντουιτς και υπέροχες, φρεσκοφτιαγμένες σαλάτες. Ο καφές εκεί, ειδικά απ’ τον Κώστα Παραρά, είναι υπέροχος!

Και

Του «Popeye bistro», Σταϊκοπούλου 32, Ναύπλιο, για ποιοτικό φαγητό, την νοστιμότερη πίτσα που έχετε ποτέ δοκιμάσει, τέλειες μακαρονάδες, εξαιρετικά και προσεκτικά διαλεγμένα κρασιά και μια αξιόλογη συλλογή από ελληνικές και ξένες μπρες και γρήγορη, πολύ καλή εξυπηρέτηση. Έχουν και δυο chef de cousine καταπληκτικούς, τον Ηλία Κόκκορη και τον Γιάννη Μήτσο. Δοκιμάστε την μαγειρική τους και θα με θυμηθείτε.

Και

Του «Βάτραχος Café», Υψηλάντου & Κωλέττη 1, Ναύπλιο, με προϊόντα που σας επιτρέπουν να περνάτε ευχάριστα την ώρα σας.

Και στα τρία αυτά μαγαζιά προτείνω να δοκιμάσετε και τον καφέ τους. Εξαιρετικός! Ο καλύτερος καφές στην πόλη!

Η επιλογή και ανάπτυξη του θέματος, όπως πάντα, δική μου