Πανευρωπαϊκή συνεργασία στην άμυνα
Μεταξύ των προτάσεων των ευρωβουλευτών περιλαμβάνεται ο στόχος του 2% του ΑΕΠ για τις αμυντικές δαπάνες, ο σχηματισμός πολυεθνικών δυνάμεων, η δημιουργία κεντρικών ευρωπαϊκών γραφείων για το σχεδιασμό και την έναρξη επιχειρήσεων διαχείρισης κρίσεων και η ανάληψη δράσης από την ΕΕ στις περιπτώσεις όπου το ΝΑΤΟ εμφανίζεται απρόθυμο να αναλάβει δράση.
«Η Ένωσή μας δεν είναι επαρκώς εξοπλισμένη για να αντιμετωπίσει τις πολυάριθμες προκλήσεις στον τομέα της άμυνας. Για σχεδόν 30 χρόνια τώρα, τα περισσότερα κράτη μέλη της μειώνουν τους αμυντικούς τους προϋπολογισμούς, κάτι που οδηγεί σε μικρότερης ισχύος ένοπλες δυνάμεις. Η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών είναι περιστασιακή και η Ευρώπη συνεχίζει να στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις δυνατότητες του ΝΑΤΟ και την αλληλεγγύη των ΗΠΑ», δήλωσε ο εισηγητής Urmas Paet (ALDE, ΕΤ), στη συζήτηση της Δευτέρας.
Η κατάσταση της ασφάλειας εντός και εκτός Ευρώπης έχει επιδεινωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, λόγω των προκλήσεων που καμία χώρα δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνη της, όπως η τρομοκρατία, οι απειλές και οι παραβιάσεις ασφαλείας στον κυβερνοχώρο και την ενέργεια, αναφέρει το σχέδιο ψηφίσματος για την Ευρωπαϊκή Αμυντική Ένωση το οποίο ενέκρινε το ΕΚ με 369 ψήφους υπέρ, 225 κατά και 70 αποχές.
«Για λόγους αλληλεγγύης και ανθεκτικότητας, η ΕΕ πρέπει να παραμείνει ενωμένη, αλλά και να δρα ενωμένη και συστηματικά», αναφέρει το κείμενο του ψηφίσματος.
Στενότερη συνεργασία μεταξύ των ευρωπαϊκών ενόπλων δυνάμεων
Οι ευρωβουλευτές τονίζουν ότι το τρέχον πλαίσιο ασφάλειας και οικονομικών συνθηκών επιβάλλει στενότερη συνεργασία μεταξύ των ευρωπαϊκών ενόπλων δυνάμεων. Τα φαινόμενα της αλληλοεπικάλυψης, της πλεονάζουσας ικανότητας και των φραγμών στην προμήθεια αμυντικού εξοπλισμού οδηγούν σε απώλειες που υπολογίζονται σε 26,4 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.
Οι ευρωβουλευτές καλούν τα κράτη μέλη να προχωρήσουν σε κοινή αγορά δυνάμεων και υλικού και σε κοινή χρήση μη θανατηφόρου υλικού, όπως είναι τα οχήματα και τα αεροσκάφη μεταφοράς, τα οχήματα και τα αεροσκάφη ανεφοδιασμού και άλλο υλικό υποστήριξης.
Προτείνουν την καθιέρωση ενός «Ευρωπαϊκού Εξαμήνου Άμυνας, στο πλαίσιο του οποίου κάθε κράτος μέλος θα συμβουλεύεται τους κύκλους σχεδιασμού και τα σχέδια προμηθειών των άλλων κρατών», καθώς και την ενίσχυση και διεύρυνση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας.
Το ψήφισμα ζητεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο «να ηγηθεί της σταδιακής οριοθέτησης μιας κοινής αμυντικής πολιτικής της Ένωσης και να παράσχει επιπλέον οικονομικούς πόρους για την εξασφάλιση της υλοποίησής της».
Οι ευρωβουλευτές προτείνουν ακόμη τη σύσταση ενός επιχειρησιακού επιτελείου της ΕΕ για τον αποτελεσματικό σχεδιασμό, διοίκηση και έλεγχο των κοινών επιχειρήσεων και καλούν τα κράτη μέλη να επιδιώξουν τον στόχο του 2% του ΑΕΠ. Ζητούν τη δημιουργία μιας μόνιμης διαρθρωμένης συνεργασίας στο πλαίσιο της Ένωσης και ενθαρρύνουν τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν πολυεθνικές δυνάμεις εντός του πλαισίου αυτού.
Ευρωπαϊκή στήριξη σε ερευνητικά προγράμματα στον τομέα της άμυνας
Το ΕΚ στηρίζει την προτεινόμενη επένδυση της ΕΕ σε ερευνητικά προγράμματα στον τομέα της άμυνας «τουλάχιστον 90 εκατομμυρίων ευρώ για τα επόμενα τρία έτη (2017-2020)» σημειώνοντας ότι το ευρωπαϊκό ερευνητικό πρόγραμμα στον τομέα της άμυνας θα χρειαστεί συνολικό προϋπολογισμό τουλάχιστον 500 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως για την περίοδο αυτήν.
Συνέργεια στη συνεργασία με το ΝΑΤΟ
Το ΕΚ υπογραμμίζει την ανάγκη για συνεργασία μεταξύ της ΕΕ και του ΝΑΤΟ στον τομέα της ασφάλειας και της άμυνας στην Ανατολή και το Νότο, στην αντιμετώπιση των υβριδικών απειλών και των απειλών στον κυβερνοχώρο, στη βελτίωση της ασφάλειας στη θάλασσα, καθώς και στην εναρμόνιση και τον συντονισμό της ανάπτυξης αμυντικών ικανοτήτων. Η ΕΕ θα πρέπει ωστόσο να είναι έτοιμη να δράσει αυτόνομα στις περιπτώσεις που το ΝΑΤΟ δεν εμφανίζεται διατεθειμένο να αναλάβει πρωτοβουλία, επισημαίνουν οι ευρωβουλευτές.
Οι ευρωβουλευτές θα υιοθετήσουν την Τετάρτη ένα ξεχωριστό ψήφισμα για την Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας. Το εν λόγω σχέδιο ψηφίσματος υποστηρίζει τη ριζική αναθεώρηση της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας και τη δημιουργία επιχείρησης στο Ιράκ που θα εστιάζεται στην εκπαίδευση προκειμένου να δοθεί στήριξη στα κράτη μέλη που συμμετέχουν στον συνασπισμό κατά του Ισλαμικού Κράτους.