Αντιμετωπίζοντας τον καρκίνο στο Μόναχο
Συνέντευξη στον Άκη Ντάνο και στην Σοφία Χρήστου
Πριν λίγες ημέρες βρέθηκα στο Μόναχο, μεταξύ φίλων, γερμανών κι ελλήνων. Πολύ αξιόλογοι άνθρωποι με ιδιαίτερη βαρύτητα ο καθένας κουβαλώντας την δική του μοναδική ιστορία. Μεταξύ αυτών κι ένας γιατρός Ογκολόγος από την Κοζάνη. Κοινός σύνδεσμος η αγαπημένη του Ιωάννα Victoria, συνάδελφος, στο Μόναχο. Όταν πρωτοπάτησε το πόδι του στην Γερμανία το μυαλό του ήταν να γίνει ποδοσφαιριστής, όπου αν και είχε τα προσόντα τον κέρδισε η ιατρική επιστήμη.
Το ενδιαφέρον να συναντηθούμε μαζί του μας το προκάλεσε η μέθοδος των πρωτονίων για την αντιμετώπιση της επαράτου, την οποία εφαρμόζει σε ιδιαίτερα πολύπλοκα και δύσκολα περιστατικά στο Μόναχο της Γερμανίας.
Όπως μας ανέφερε ο Δρ Θανάσης Μπαγκατζούνης «Η μέθοδος αυτή προϋποθέτει μια εντυπωσιακή τεχνολογική υποδομή και εξειδίκευση του προσωπικού. Τα πρωτόνια πρέπει πρώτα να εξαχθούν από το αέριο υδρογόνου και αφού επιταχυνθούν στο 60% της ταχύτητας του φωτός (180.000 km ανά δευτερόλεπτο) στον επιταχυντή σωματιδίων- γνωστό ως ΚΥΚΛΟΤΡΟΝ- να διεισδύσουν στοχευμένα στο σώμα του ασθενή και να χτυπήσουν με μεγάλη ακρίβεια τον όγκο. Ως θετικά φορτισμένα σωματίδια- για να θυμηθούμε και το μάθημα της φυσικής- μπορούμε, σε αντίθεση με την κλασική ακτινοβολία, να ρυθμίσουμε το βάθος διείσδυσής τους, ώστε να μην προσκαλέσουμε βλάβη στους υγιείς ιστούς που βρίσκονται πίσω από τον όγκο».
Στην αναφορά μου στον βομβαρδισμό των κυττάρων με διέκοψε τονίζοντας ότι ο ίδιος αποφεύγει να χρησιμοποιεί για μια θεραπεία την λέξη «βομβαρδισμός γιατί αυτό παραπέμπει σε εμπόλεμη κατάσταση και σε ένα πόλεμο, πάντα υπάρχουν θύματα».
«Εδώ και χρόνια» μας λέει, «προσπαθώ να εξηγήσω πως θα πρέπει κανείς να μην φοβάται τον καρκίνο. Υπάρχουν διάφορες μορφές καρκίνου, από τους πιο αθώους και ακίνδυνους έως τους θανατηφόρους. Οι περισσότερες περιπτώσεις αφορούν μια μεσαία κατηγορία και είναι ιάσιμοι, αρκεί να διαγνωστούν έγκαιρα και να λάβουν την σωστή θεραπεία. Αυτό πρέπει να το αντιληφθεί ο ασθενής και να πάψει να νομίζει πως επειδή προσβλήθηκε από καρκίνο είναι και καταδικασμένος. Αυτός ο τρόμος που διαχέεται στο άκουσμά του θα πρέπει να εξαλειφθεί. Αυτό προσπαθώ μεταξύ άλλων να αναδείξω και στο βιβλίο που γράφω για τις εμπειρίες μου στην Γερμανία και στην Κύπρο, ως ογκολόγος».
Ερ. Το κόστος μιας τέτοιας θεραπείας, αν μπορεί κανείς να κοστολογήσει την ζωή, θα πρέπει να είναι υψηλό.
Δρ. Θ.Μπαγκατζούνης: «Πράγματι το κόστος είναι υψηλό και απαγορευτικό για μια μεγάλη μερίδα πολιτών. Ποιοι είναι όμως αυτοίμκαι ποια είναι τα ασφαλιστικά ταμεία που αρνούνται να σωθούν ζωές; Πόσο τις αξιολογούν και δεν στηρίζουν αυτή την μέθοδο; Υπάρχουν ακόμη και σχετικά καλοήθεις όγκοι, που δεν κάνουν μεταστάσεις σε άλλα όργανα, όπως τα χορδώματα της σπονδυλικής στήλης που μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο με υψηλές δόσεις στοχευμένης σωματιδιακής ακτινοβολίας, όπως αυτή των πρωτονίων. Επομένως είναι απαραίτητη η χρηματοδότηση της θεραπείας αυτής μέσω του κρατικού ασφαλιστικού φορέα αλλά και των ιδιωτικών ταμείων ασφάλισης υγείας».
Ερ. Υπάρχει στην Ελλάδα τέτοιο κέντρο θεραπείας;
«Όχι. Υπάρχουν περίπου 90 Κέντρα Πρωτονίων στον κόσμο, εκ των οποίων τα μισά περίπου στην Ευρώπη, όπως αυτό στο Μόναχο όπου εργάζομαι εγώ. Το ζήτημα όμως δεν είναι αν και που υπάρχουν, αλλά κατά πόσο το κάθε κράτος λαμβάνει σοβαρά υπόψην την ζωή των πολιτών του. Θα πρέπει, μέχρι να δημιουργηθούν οι απαραίτητες υποδομές και στην Ελλάδα, ο ΕΟΠΠΥ και τα ιδιωτικά ασφαλιστικά ταμεία να ενημερώνουν για τις ενδείξεις της πολυδάπανης αυτής θεραπείας και να παραπέμπουν τους ασθενείς σε Κέντρα Πρωτονίων του εξωτερικού».
Πράγματι, αν κάθε κράτος αγαπά τους πολίτες του το αποδεικνύει μη αξιολογώντας σε χρήμα την ζωή τους. Ο Θανάσης και η Ιωάννα σύντομα στις 2 Δεκεμβρίου θα χορέψουν το γαμήλιο βαλσάκι (HAUSER – Waltz No. 2–Shostakovich). Να ζήσουν και να συνεχίσουν να προσφέρουν στην Ιατρική, στον πολιτισμό και στην καταπολέμηση του ρατσισμού. Η
παρουσία τους στο Μόναχο δεν τιμά μόνο την δική μας παροικία αλλά όλο τον ελληνισμό.
Η πλήρης συνέντευξη συνέντευξη του Δρ. Θανάση Μπαγκατζούνη, δημοσιεύεται στο φύλλο της 17ης Οκρτωβρίου του «Ανγνώστη Πελοποννήσου».